Quantcast
Channel: —Μορφές —–Διακόνημα
Viewing all 151 articles
Browse latest View live

Μοναχός Ιάκωβος Αγιαννανίτης († 8 Μαΐου 1982) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Μοναχός Ιάκωβος ο διά Χριστόν σαλός

Μοναχός Ιάκωβος ο διά Χριστόν σαλός

Επειδή ήταν κοντός και λεπτός, όλοι οι Αγιαννανίτες πατέρες τον, ήξεραν ως «Ιακωβάκι». Τον συναντούσες στα καλντερίμια φτωχοντυμένο και ασκεπή, στις αυλές των Καλυβών να σκουπίζει ή να κουβαλά ξύλα και μ’ ένα κονσερβοκούτι να παίρνει λίγο φαί. Γύρω από το Κυριακό της Αγίας Άννης τον έβρισκες συχνά να διακονεί σε ότι μπορούσε τον εκάστοτε Δίκαιο. Δεν είχε χτένα, κάλτσες, σκουφί, ζώνη και ντορβά. Τελείως ακτήμων. Πάντοτε φτωχός. Όταν δεν του έδιναν καμία σημασία, δεν στενοχωριόταν καθόλου. Όταν τον απέρριπταν δεν έδειχνε καμία διαμαρτυρία και μάλιστα χαμογελούσε άκακα. Μία φορά μόνον τον συνάντησα από μακριά δίχως να μιλήσουμε.

«Ιακωβάκι», ο Αγιαννανίτης «σαλός»

«Ιακωβάκι», ο Αγιαννανίτης «σαλός»

Μερικοί τον θεωρούσαν αρκετά ολιγόμυαλο και ανόητο, ακόμη και δαιμονισμένο. Άλλοι τον είχαν για διά Χριστόν σαλό. Ο Γέροντάς μας, Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, έλεγε πως και οι διά Χριστόν σαλοί είχαν μία δόση τρέλλας. Παρά τα γηρατειά του, την αλουσία του, τις δοκιμασίες, τις ταλαιπωρίες και τους κατατρεγμούς, είχε στο πρόσωπό του μία ιλαρή φωτεινότητα, μία παιδική αθωότητα, μία συγκινητική γλυκύτητα που σε προβλημάτιζε και δεν σε άφηνε να κάνεις πρόχειρες κι επιπόλαιες σκέψεις. Μερικές φορές οι ακροατές του θαύμαζαν, γιατί μέσα από τ’ ασυνάρτητα λόγια του άκουγες και σοφά και αποκαλυπτικά λόγια. Σε μια Καλύβη που του έδωσαν φακή στο ντενεκάκι του, φεύγοντας μονολογούσε, πως τα ψάρια δεν είναι γι’ αυτόν. Πράγματι στην Καλύβη θα γευμάτιζαν με ψάρια.

Μοναχός Ιάκωβος Αγιαννανίτης (φωτ. ιερομ. Προδρόμου)

Μοναχός Ιάκωβος Αγιαννανίτης (φωτ. ιερομ. Προδρόμου)

Λίγες ημέρες πριν κοιμηθεί τον ύπνο του δικαίου ο Γέροντας Παύλος († 1987), της Καλύβης του Αγίου Ιερομάρτυρος Σεραφείμ, τον έκειρε μεγαλόσχημο.  Έπιστρέφοντας από την αλλαγή του Δικαιάτου, στις 8.5.1982, τον βρήκαν στη θέση του, εκεί που έμενε τελευταία, με τα χέρια σταυρωμένα, νεκρό. Είχε κάνει δόκιμος στην Καλύβη των Αρχαγγέλων, στην Ανάσταση του Κυρίου στη Μικρά Αγία Άννα και είχε καρεί μοναχός στην Καλύβη της Γεννήσεως του Χριστού του Γέροντος Ιωσήφ του Λεσβίου († 1957) του σπουδαίου ιεροψάλτου.

Πηγές – Βιβλιογραφία

Χρυσοστόμου Ροδοστόλου επισκόπου, Πρόσωπα και δρώμενα στον Άθωνα, Άγιον Όρος 2001, σσ. 196-198.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 1031 – 1032


Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης (1930-13 Μαΐου 1998)

$
0
0
Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης

Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης

 

Γεννήθηκε στο Λαύριο Αττικής το 1930. Το 1946 προσήλθε στην Καλύβη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης στην υπακοή του σεβασμίου Γέροντος Αβιμέλεχ († 1965). Στη ρασοευχή ελαβε το όνομα Χρυσόστομος και στη μεγαλοσχημία του Διονύσιος. Το 1953 χειροτονήθηκε διάκονος από τον μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Ιερόθεο († 1956) και το 1959 πρεσβύτερος από τον Κώου Ναθαναήλ († 1978). Όλη του η ζωή πανθομολογουμένως υπήρξε καλογερική, αγωνιστική, αγιορείτικη.

Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης, είχε εξ ουρανού το χάρισμα της εξομολογήσεως (φωτ. D. Lyttle)

Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης, είχε εξ ουρανού το χάρισμα της εξομολογήσεως (φωτ. D. Lyttle)

Εκεί που διακρίθηκε κυρίως ήταν ως εξομολογος-Πνευματικός πολλών μοναχών και λαϊκών. Ανέπαυσε χιλιάδες ψυχές με τη διάκριση, τη σύνεση και την αγάπη του. Το παύλειο λόγιο, «το επιεικές ημών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις», τον διακατείχε. Μάρτυρες τούτου τα πολλά και αγαπητά του πνευματικά τέκνα. Απέκτησε πολυμελή κι ευλογημένη συνοδεία.

Ieromonahos Mitrofanis Mikragiannanitis

Ιερομόναχος Μητροφάνης Μικραγιαννανίτης († 5.10.1997)

Δοκιμάσθηκε πολύ από ασθένειες και πειρασμούς. Στις 13.5.1998 υπέκυψε κατόπιν μακράς νοσηλείας. Στην εξόδιο ακολουθία του προσήλθαν πολλοί να προσευχηθούν για τη μακαρία ψυχή του και να τον προπέμψουν στην τελευταία του κατοικία, δίπλα στους τάφους των αειμνήστων: Γέροντος Γερασίμου († 1991) και ιερομονάχου Μητροφάνους († 1997), ανάμεσα στους βράχους όπου έζησε επί μισό αιώνα.

Τον γνωρίσαμε ως άνθρωπο χαριτωμένο, γλυκύ, φιλόξενο και νηφάλιο. Ήταν αφιλόδοξος, αγαπούσε το «λάθρα βιώσας», τη συναναστροφή μετά σεβασμίων Γερόντων. Με τον ωραίο του τρόπο επιθυμούσε «πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αλήθειας ελθείν». Κατά τον πνευματικό του υιό μητροπολίτη Βέροιας κ. Παντελεήμονα: «Άσκηση, προσευχή, αγώνας αδιάκοπος και εντατικός, αλλά πάνω απ’ όλα η πανσθενουργός χάρη του Θεού που πλημμύριζε την ψυχή του π. Διονυσίου, τον έκανε διακριτικό πνευματικό, στοργικό πατέρα, σοφό και απλανή οδηγό των ψυχών που προσέφευγαν σ αυτόν».

Ο Ιερομόναχος Διονύσιος (μπροστά) με τον Γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, επιστρέφοντας από τη μονή Αγίου Παύλου στη Μικρά Αγία Άννα.

Ο Ιερομόναχος Διονύσιος (μπροστά) με τον Γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, επιστρέφοντας από τη μονή Αγίου Παύλου στη Μικρά Αγία Άννα.

Άλλο πνευματικό του τέκνο, ο πρωτοσύγκελλος της μητροπόλεως Γορτύνης αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπαδάκης, γράφει πολύ ωραία γι’ αυτόν: «Στο πετραχήλι σου βρήκα τον χαρισματούχο εξομολόγο-θεραπευτή. Όχι τον δικαστή. Βρήκα αυτόν που μπορούσε να αναπαύει απόλυτα τον άγιο ασκητή, τον Επίσκοπο, το Μοναχό, τον Ιερέα του κόσμου, τον φοιτητή, τον ηθοποιό, τον τραγουδιστή, τον όποιο καλλιτέχνη, τον επιστήμονα, τον βιοπαλαιστή, τους πάντες, μέχρι και τον έσχατο αδελφό. Εξομολογούσες πάντα όρθιος στο στασίδι σου, παρά την κόπωσή σου από τις δουλειές και το σοβαρό πρόβλημα της υγείας σου. Μπορούσες για πολλή ώρα να ακούς και να βλέπεις το ξεδίπλωμα της ψυχής με σοβαρότητα, γλυκύτητα και αταραξία αισθημάτων και συναισθημάτων. Ποτέ δεν είχες το “ύφος” του “μεγάλου” και του “καθαρού”. Είχες για όλα κατανόηση και έσπευδες με σπλάχνα οικτιρμών να κάνεις τον εξομολογούμενο να νιώθει άνετα “εν τη οικία του Πατρός του”, να τον ενθαρρύνεις να μιλήσει άφοβα και μετά να τον οδηγείς στη διόρθωση, με τους φωτισμένους τρόπους της πολύχρονης εμπειρίας σου. Γνώριζες να δίνεις καταπληκτικές λύσεις σε δύσκολα προβλήματα, διότι ήσουνα χαριτωμένος άνθρωπος. Γνώριζες να στηρίζεις τα θεμέλια του προσωπικού πνευματικού αγώνα του καθενός, μα και να γαληνεύεις την ψυχική τρικυμία με μόνο το βλέμμα σου. Είχες την ίδια σταθερότητα της χαμογελαστής και ειρηναίας συμπεριφοράς μετά την εξομολόγηση, όπως την ώρα που μας υποδεχόσουνα ως επισκέπτες. Στάθηκες υπόδειγμα πνευματικής πατρότητας. Κανένα δεν κάλεσες κοντά σου, κανένα δεν κράτησες άθελά του, κανένα δεν απομάκρυνες. Κανένα δεν λύπησες, κανενός δεν πρόδωσες την εμπιστοσύνη. Όχι μόνο δεν τραυμάτισες ψυχικά κανένα, αλλά έγινες για πολλούς από μας ο Καλός Σαμαρείτης που “κατέδησες τα τραύματά” μας “επιχέων έλαιον και οίνον” τη Χριστοειδή ευσπλαχνία του. Δεν αποστράφηκες ακόμα και τη λέπρα της οποίας ψυχής. Η αγία σου καρδιά είχε χώρο για όλους. Και είχε μόνο εισόδους. Όχι εξόδους! Η παρουσία σου μας γέμιζε σιγουριά. Ο λόγος σου μας ανέπαυε. Η προσευχή σου ήταν η σκέπη μας. Με όλα αυτά και με άλλα αμέτρητα, σφράγισες ανεξίτηλα την εν Χριστώ ζωή μας. Και μετά την κοίμησή σου σε νιώθουμε σαν δεύτερο Άγγελο φύλακά μας. Όσοι από κοντά σε γνωρίσαμε, αν και θα θέλαμε να πλέξουμε εγκώμιο για την ποιότητα της πνευματικής σου πατρότητας, “σοί δε αρκέσει η μαρτυρία” του Οσίου Γέροντος Εφραίμ του Κατουνακιώτου, ότι είχες εξ Ουρανού το χάρισμα της εξομολόγησης». Ήταν αλήθεια, λέγουν πολλοί, χαρισματούχος Πνευματικός.

Πηγές  – Βιβλιογραφία

Παντελεήμονος Βέροιας μητροπ., Ιερομόναχος Διονύσιος Μικραγιαννανίτης ο Πνευματικός, Παύλειος Λόγος, 23/1998, σσ. 26-27. Χρυσοστόμου Παπαδάκη αρχιμ., Οι όσιοι Παρθένιος και Ευμένιος και η Ιερά Μονή Κουδουμά, Μοίρες 2003, σσ. 13-14.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1439-1443

Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός (1900 – 13 Μαΐου 1984) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός

Μοναχός Χρυσόγονος Κουτλουμουσιανός

Γεννήθηκε ο μακάριος αυτός μοναχός, ο κατά κόσμον Χριστόδουλος Νικολάου Κωστάκης, στον Σοχό Θεσσαλονίκης το 1900. Ήλθε στο Άγιον Όρος το 1930 και ζούσε στο εργατόσπιτο του Κουτλουμουσιανού Κελλιού των Αγίων Αποστόλων (Αλυπίου) πολύ φτωχικά. Μοναχός εκάρη το 1932. Εργόχειρό του είχε το να βάφει ρούχα. Τις βαφές τις έφτιαχνε μόνος του από ρίζες δένδρων. Η πενία του ήταν αξιοθαύμαστη. Το συνηθισμένο φαγητό του ήταν παξιμάδι και νερό. Αν πήγαινε σε καμιά γειτονική πανήγυρη, έτρωγε κάτι μαγειρεμένο. Τα ρούχα του ήταν πολύ φτωχικά και τα σκεπάσματά του παλιά τσουβάλια. Άνοιγε μια τρύπα στα τσουβάλια, φορούσε τέσσερα-πέντε από αυτά κι έτσι περνούσε τους χειμώνες. Ήταν ήσυχος και καλός, όπως διηγείται ο Γέροντας Ιωακείμ († 1988).

Κελλιά των Καρυών (φωτ.1918)

Κελλιά των Καρυών (φωτ.1918)

Όπως γράφει ο ιερομόναχος Αναστάσιος Κουτλουμουσιανός: «Όλα του τα χρόνια στη διακονία των ασθενών και των γερόντων. Πέρασε άσημος και έγκλειστος τουλάχιστον είκοσι χρόνια στο Κελλί του. Ποτέ δεν παραπονέθηκε. Ευχαριστούσε τον Θεό και παρακαλούσε να τον σώση δωρεάν, γιατί, τι μπορούσε να κάνει που να είναι ισάξιο της δωρεάς του Θεού; Είχε καλό θάνατο· εξομολογήθηκε στον Γέροντα, Χριστόδουλο, κοινώνησε και έφυγε πλήρης ημερών για τον ουρανό, την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως. Όταν τον κατέβαζαν στον τάφο, ήταν σαν να ’βλεπες ένα μικρό παιδάκι στην κούνια του. Αλήθεια!».

Καρυές

Καρυές

Ήταν 14.3.1984. Λόγω της μακάριας απλότητός του δικαιολογούνται κάποιες αφέλειές του, που ίσως ενοχλούσαν ορισμένους αδελφούς.

Κουτλουμουσιανό Κελλί Αγίων Αποστόλων

Κουτλουμουσιανό Κελλί Αγίων Αποστόλων

Πηγές – Βιβλιογραφία:
Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Αγιορείτικες Διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 97. Αναστασίου ιερομ., Αθωνικά δίπτυχα, Άγιον Όρος 2000, σ. 52.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1095-1096.

Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης (1896-14 Μαΐου 1999) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Monahos Isihios Grigoriatis_01

Ο μοναχός Ησύχιος σε νεαρή ηλικία

Ο υπεραιωνόβιος Γερο-Ήσύχιος γεννήθηκε στο χωριό Σαπρίκι Μεσσηνίας το 1896. Ο ολιγογράμματος πατέρας του, ένας φτωχός γεωργός, τον δίδαξε τον πλούτο της αμόλευτης ευσέβειας. Έκανε στρατιώτης επί μία εξαετία και υπέστη πολλές ταλαιπωρίες και κακουχίες.

Iera Moni Grigoriou

Ιερά μονή Γρηγορίου (ξυλογραφία Ράλλη Κοψίδη)

Το 1924 εισέρχεται τις πύλες της μονής Γρηγορίου. Μετά τριετία κείρεται μοναχός από τον ενάρετο ηγούμενο Αθανάσιο († 1953). Διακόνησε τη μονή του πρόθυμα ως μετοχιάρης, αμπελικός, κονακτσής και κηπουρός. Πάντοτε διακονητής, φιλότιμος και μοναχός βιαστής. Για ένα διάστημα έκανε και προϊστάμενος της μονής του.

Βίωσε το «λάθε βιώσας» και την «ένδοξη αδοξία», κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Τους λόγους του Γέροντά του Αθανασίου διατηρούσε στην καρδιά του ακέραιους ως τα βαθιά του γεράματα. Δεν ήθελε να διακρίνεται, να ξεχωρίζει, να εξαιρείται. Ήταν ένας τέλειος κοινοβιάτης. Έτσι τον γνωρίσαμε. Μας μίλαγε απλά, φυσικά, ταπεινά, αφτιασίδωτα, εγκάρδια και γι’ αυτό τόσο ωραία, καθώς προσπαθούσαμε μ ένα παλιοκασετόφωνο να καταγράψουμε κάτι από τη μακρά εμπειρία του.

Στις παγκοινιές έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, που τη λάτρευε. Δεν ήθελε, έλεγε, να τρώει δωρεάν το ψωμί του. Υπέργηρος ήταν κι αφού δεν μπορούσε να εργασθεί στους κήπους, που τόσο αγαπούσε, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του. Δεν έμενε ποτέ αργός. Χαιρόταν να εξυπηρετεί, να διακονεί με κάθε τρόπο τους αγαπητούς πατέρες και άδελφούς του. Τα γεράματα δεν τον έκαναν να μην είναι πρώτος στην ακολουθία και την πιο πολλή ώρα να στέκεται όρθιος.

Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, ο βαθύτατης ταπεινοφροσύνης Γέροντας.

Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, ο βαθύτατης ταπεινοφροσύνης Γέροντας.

Έζησε 76 χρόνια στη μονή με πέντε ηγουμένους. Και στους πέντε έκανε την ίδια υπακοή. Μόνο γι’ αυτό είναι σπουδαίος. Μετά από 50 έτη μοναχικής ζωής, υπακούοντας βγήκε στον κόσμο για μία απαραίτητη εγχείρηση. Η πρόοδος της τεχνολογίας του έκανε μεγάλη εντύπωση. Τα παρατηρούσε όλα σαν μικρό παιδί. Παρά τις συστάσεις των ιατρών δεν μπορούσε να μη μένει όρθιος στο ναό και στο κελλί του. Από την πολύχρονη ορθοστασία είχαν ανοίξει πληγές τα πόδια του. Με πληγιασμένα πόδια έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας όρθιος στο κελλί του. Δεν κατέκρινε ποτέ. Αν η συζήτηση ξέφευγε σε κρίσεις άλλων, μονολογούσε χαμηλόφωνα: «Αλίμονο τα χάλια μου». Ήταν ένας βιαστής μοναχός. Τα λίγα γράμματα που ήξερε τα χρησιμοποίησε μόνο για το καλό.

Βοηθούσε τον κόσμο με την προσευχή του. Μερικές φορές έστελνε και σύντομες συμβουλευτικές επιστολές. Η δική του βοήθεια ήταν από τον Χριστό και την Παναγία και τους προστάτες της μονής Νικόλαο, Γρηγόριο και Αναστασία, που πολλές φορές τον συνέδραμαν. Τα γεράματά του ήταν με πυκνές ασθένειες, τις οποίες υπόμενε αγόγγυστα.

Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 14.5.1999. Ο ηγούμενος της μονής αρχιμανδρίτης Γεώργιος γράφει περί αυτού: «Καρπός της βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης του ήτο η διαρκής αυτομεμψία του, η τελεία πτωχεία του, η κατανυκτική κατάστασις της ψυχής του. Ηγάπησε τον Θεόν περισσότερον από τον εαυτόν του και δι’ αυτό εβίαζε το σώμα του εις ορθοστασίας και αγρυπνίας, καίτοι έπασχεν από δυνατούς πόνους εις τους πόδας του. Ήτο φιλάδελφος και φιλάνθρωπος. Προσηύχετο υπέρ όλου του κόσμου. Εις όσους του εζήτουν συμβουλήν, έλεγε με διάκρισιν λόγους πνευματικούς και παρακλητικούς και αρμόζοντας διά την περίπτωσιν εκάστου. Διά τον πολύν, διαρκή και συνεπή του αγώνα πιστεύω ότι ο Κύριος τον εχαρίτωσε και με υπερφυή χαρίσματα, ως το της προοράσεως και της θεοπτίας, καθώς έχομεν αρκετάς ενδείξεις…».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Γρηγορίου. Ανωνύμου Γρηγοριάτου μοναχού, Μοναχός Ησύχιος Γρηγοριάτης, Ο Όσιος Γρηγόριος 24/1999, σσ. 93-106.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1477-1481

Μοναχός Μόδεστος Κωνσταμονίτης (1901 – 15 Μαΐου 1984) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Μοναχός Μόδεστος Κωνσταμονίτης, ο πράος, συνετός και σοβαρός.

Μοναχός Μόδεστος Κωνσταμονίτης, ο πράος, συνετός και σοβαρός.

 

Γεννήθηκε στο χωριό Μανολιόπουλο Κυδωνιάς Χανίων Κρήτης το -1901 ο κατά κόσμον Εμμανουήλ Κατσανεβάκης. Από μικρός ήθελε ν’ ακολουθήσει τη στενή ευαγγελική πύλη και τη μακαρία τεθλιμμένη οδό, αλλά οικογενειακές ανάγκες δεν τον άφησαν. Έτσι έγινε αστυφύλακας στην Αθήνα. Εκεί πονούσε πολύ η ψυχή του, παρατηρώντας την ανθρώπινη πτώση σ’ έσχατο βαθμό. Φοβήθηκε τον παρασυρμό του. Προσευχόταν θερμά να τον συνδράμει ο Θεός ν’ απαλλαγεί από τα δεσμά της βιοπάλης και ν’ αφιερωθεί ολόκαρδα, ολόψυχα και ολόθερμα στην υπηρεσία Του. Το του αββά Αρσενίου βοούσε συνεχώς στ’ αυτιά του· «φεύγε στην έρημο και σώζου».

Τ’ άφησε όλα, λοιπόν, και μία ημέρα του 1931 αναχώρησε για το εράσμιο Άγιον Όρος, τη μοναχοπολιτεία των αζύγων, των φίλων του Θεού. Εκάρη μοναχός στην Ιερά μονή Κωνσταμονίτου το 1932, το επόμενο έτος έγινε μεγαλόσχημος και το 1943 προϊστάμενος της μονής του, την οποία διακόνησε με περισσή αγάπη ως νοσοκόμος, βιβλιοθηκάριος, αντιπρόσωπος και με άλλα κοινοβιακά διακονήματα μέχρι τα γεράματά του.

Ως βιβλιοθηκάριος μας ξενάγησε κι εμάς κάποτε πριν 40 έτη περίπου. Γνώριζε την ακριβή θέση των βιβλίων. Τα έπιανε στα χέρια του με μία ιδιαίτερη αγάπη. Γνώριζε απ’ έξω μεγάλα κεφάλαια της Φιλοκαλίας και του φίλτατου αββά Ισαάκ του Σύρου. Αγαπούσε πολύ τη μελέτη. Εμβάθυνε στην πλούσια αγιοπατερική γραμματεία. Προσπαθούσε να τηρεί αυτά που μελετούσε. Όχι σαν κι εμάς. Οι βίοι των αγίων τον έτερπαν. Οι λόγοι των Πατέρων τον έθελγαν. Τα θαύματα της Παναγίας τον γέμιζαν δάκρυα. Ο Γέροντάς μας, Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης, που εκτιμούσε τον π. Μόδεστο, έλεγε, «Η μελέτη είναι τα γυαλιά που βάζει ο Θεός στη μυωπία μας…».

Γέροντας Μόδεστος Κωνσταμονίτης (αριστερά) στον αυλόγυρο της μονής του (1978)

Γέροντας Μόδεστος Κωνσταμονίτης (αριστερά) στον αυλόγυρο της μονής του (1978)

Είχε ο ευλογημένος μία φυσική πραότητα, σύνεση και σοβαρότητα. Η προσήνεια, η ευγένεια, η γλυκύτητα, η καλοκαγαθία και ταπεινότητα τον χαρακτήριζαν. Αναφέρουν γι’ αυτόν πως «την καρδιά του πλημμύριζε η αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, γνωρίζοντας ότι ο καλύτερος μοναχός είναι ο μοναχός της αγάπης και ο καλύτερος χριστιανός είναι ο χριστιανός της αγάπης». Όλους τους θεωρούσε και τους είχε αδελφούς εν Χριστώ. Έλεγε μάλιστα: «Εάν δεν νιώσουμε ότι όλοι οι αδελφοί είναι δικοί μας και ότι κι εμείς είμαστε δικοί τους, ποτέ δεν θα κατοικήσει το Άγιον Πνεύμα στην καρδιά μας. Τη στάση μας απέναντί τους δεν πρέπει να τη ρυθμίζει η πνευματική τους ποιότης. Παράδειγμά μας έχουμε τον ίδιο τον Κύριο. Μας αγαπά και φροντίζει για όλους μας το ίδιο, χωρίς να επηρεάζεται από την πνευματική μας κατάσταση. Τον αμαρτωλό τον αγαπά το ίδιο με τον άγιο…». Συχνά επίσης έλεγε κάτι που ο ίδιος προσπαθούσε και κατάφερνε: «Να έχετε την εκούσια τύφλωση. Μη βλέπετε τα σφάλματα των άλλων».

Κατά τον επίσκοπο Ροδοστόλου Χρυσόστομο: «Ήταν ευλαβέστατος και εντελώς σκελετωμένος από τις νηστείες, γιατί το θέλημα του Θεού και η ευσυνειδησία ήταν τα κριτήρια των σκέψεων, των λόγων και των αποφάσεων του, γιατί δεν έλειπε από καμιά ακολουθία ή αγρυπνία του Πρωτάτου (ως αντιπρόσωπος), ποτέ το κομποσχοίνι δεν το άφηνε από το χέρι του και το “Κύριε Ιησού Χριστέ” από το στόμα του».

Είχε ο μακάριος την αδιαχώριστη, διφυή χριστιανική αγάπη προς Θεό και άνθρωπο. Η κορωνίδα των αρετών ήταν βασίλισσα της καρδιάς του. Περισσότερα από πενήντα χρόνια στον Άθωνα και βγήκε μόνο δύο φορές στον κόσμο για σοβαρά θέματα υγείας του. Η κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος «τελεία των τελείων ατέλεστος τελειότης», που είναι η αγάπη, υπήρχε ως τις 15.5.1984, που φτερούγισε η αγαπώσα ψυχή του στον ουρανό.

Πήγες – βιβλιογραφία:
Χρυσοστόμου Ροδοστόλου Επισκόπου, Θεομητορικά και εξόδια στον Άθωνα, Άγιον Όρος 2005, σσ. 360-361. Αντωνίου Στιβακτάκη, Κρήτες Αγιορείτες Μοναχοί, Ιεράπετρα 2007, σσ. 49-51.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ.1099-1101.

Ιερομόναχος Αμβρόσιος Εσφιγμενίτης (1901 – 15 Μαΐου 1987) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
[caption id="attachment_126443" align="aligncenter" width="980"]Το Καθολικό της Ιεράς μονής Εσφιγμένου. Το Καθολικό της Ιεράς μονής Εσφιγμένου.[/caption]

Γεννήθηκε στο χωριό Τεμελικόι της Αμάσειας του Πόντου το 1901, ο κατά κόσμον Αλέξανδρος Χαραλαμπίδης του Πέτρου. Από μικρός ποθούσε τη μοναχική αφιέρωση. Τελικά προσήλθε στο Άγιον Όρος το 1931. Κοινοβίασε στην Ιερά μονή Σίμωνος Πέτρας. Εκάρη μοναχός τη Μεγάλη Πέμπτη του 1933 από τον ηγούμενο Καισάριο Βουρλιώτη (1895-1969), πρώην Διονυσιάτη. Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος στην πανήγυρη της μονής της αγίας Μαγδαληνής της Μυροφόρου. Το 1940 αναχώρησε για τη σκήτη του Άγιου Βασιλείου.

Κατόπιν εξήλθε σε διάφορες πόλεις της Μακεδονίας ως σεμνός, ευλαβής και ιεροπρεπής Ιερομόναχος. Όμως τα βιώματα που είχε τα δυνατά από τις αγρυπνίες, τις μελέτες, τις δεήσεις και τους αγώνες στο Άγιον Όρος δεν τον κράτησαν στον κόσμο. Επέστρεψε στο πάντερπνο Περιβόλι της Παναγίας. Στη σκήτη της Αγίας Άννης και τα Κατουνάκια άφησε ιδρώτες και δάκρυα. Αγιαννανίτες και Κατουνακιώτες παλαιοί μιλούν με σεβασμό για τους αγώνες του, την απλότητά του και την καλοκαγαθία του.

Την τελευταία δεκαετία της ζωής του διήλθε στην ιερά μονή Εσφιγμένου. Πάντοτε υπάκουος, πρόθυμος διακονητής και φιλακόλουθος. Τα γεράματα τον άφησαν στο κρεβάτι του πόνου. Όμως δεν παραπονέθηκε, δεν δυστρόπησε διόλου, αλλά υπέμενε με χαρά τον σταυρό του. Όταν τον ρωτούσαν τι κάνει, απαντούσε: «Όπως θέλει ο Θεός». Συνεχώς στα χείλη του είχε το «Δόξα σοι ο Θεός». Μέχρι της τελευταίας του ώρας προσευχόταν αδιάλειπτα.

Ανεπαύθη εν Κυρίω ήσυχα και ήρεμα, αφού είχε μεταλάβει των αχράντων Μυστηρίων στις 15.5.1987, λίγο πριν την έναρξη της αγρυπνίας της πανηγύρεως της Αναλήψεως. Ο ηγούμενος της μονής Ευθύμιος († 1999) είπε πως πρόκειται για σπάνια περίπτωση να κοιμηθεί αδελφός της μόνης κατά την πανήγυρη, ίσως και μοναδική. Εκηδεύθη μετά το κτητορικό μνημόσυνο και ετάφη στο κοιμητήριο της μονής, ο ζήσας με διηνεκή φύσεως βία και αδιάλειπτη προσευχή.

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ίεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας. Ανωνύμου, Κοιμηθέντες Αγιορείται, Άγιος Αγαθάγγελος, Εσφιγμενίτης 101/1987, σσ. 37-38.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1195-1196.

Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός (1856 – 15 Μαΐου 1916) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
[caption id="attachment_126445" align="aligncenter" width="640"]Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός, όπου κι αν πέρασε άφησε την αρετή του. Μοναχός Κάνδιδος Ξηροποταμηνός, όπου κι αν πέρασε άφησε την αρετή του.[/caption]

Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Ζαχαριάδης γεννήθηκε το 1856 στη Βλάστη Σισανίου, όπου έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Δεκάχρονος μετέβη στη μονή Παναγίας της Κλεισούρας, πλησίον μίας θείας του μοναχής, επί τριετία. Κατόπιν ήλθε στο Άγιον Όρος, όπου εργαζόταν ο πατέρας του. Έμεινε για ένα διάστημα στο Κουτλουμουσιανό Κελλί του Άγιου Νικολάου-Χαλκιά παρά τις Καρυές, και άλλου, μαθαίνοντας ραπτική και κάνοντας τον εργάτη. Λόγω όμως του ζωηρού του χαρακτήρα δεν τον κρατούσαν για πολύ πουθενά. Το 1876 προσήλθε στη μονή Ξηροποτάμου παρά τον Γέροντα Λεόντιο. Πλησίον όμως του Γέροντος Ιακώβου του Πελοποννησίου στη μονή Βατοπεδίου «μετέβαλε τον ατίθασον χαρακτήρα αυτού επιδειξάμενος έκτοτε διαγωγήν αρίστην, επιμέλειαν περί τα μαθήματα λιπαράν, σωφροσύνην, ταπεινοφροσύνην, σύνεσιν και εγκράτειαν γλώσσης, και εν γένει βίον οσίου ανδρός, αρετάς, αίτινες περιεκόσμουν αυτόν μέχρι του θανάτου αυτού». Εκάρη μοναχός στη μονή Βατοπεδίου το έτος 1879.

Ο Γέροντάς του Ιάκωβος τον προετοίμασε στη σχολή της μονής, τον έστειλε στην Αθωνιάδα, τον έκειρε μοναχό με το όνομα Κυριάκος και κατόπιν τον οδήγησε στη Θεσσαλονίκη και Αθήνα για ανώτερες σπουδές. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα για ανώτερες σπουδές, τα έξοδά του κέρδιζε ψάλλοντας σε διάφορους ναούς. Αποφοίτησε της Θεολογικής Σχολής. Ήταν εγκρατής της εκκλησιαστικής μουσικής κι εξέδωκε περί αυτής τρίτομο έργο. Στη Θεσσαλονίκη διετέλεσε καθηγητής θεολόγος και ιεροκήρυκας.

[caption id="attachment_126446" align="alignnone" width="980"]Ιερά Μονή Ξυροποτάμου (φωτ. π. 1890) Ιερά Μονή Ξυροποτάμου (φωτ. π. 1890)[/caption]

Το 1903 ανέλαβε Σχολάρχης της Αθωνιάδος, θέση που διατήρησε έως το 1907. Το 1904 συγκαταριθμήθηκε στην αδελφότητα της μονής Ξηροποτάμου, στην οποία διακόνησε ως δάσκαλος, γραμματεύς, βιβλιοθηκάριος, προϊστάμενος (από το 1910) και αντιπρόσωπος. Το 1911 διορίσθηκε Γενικός Επίτροπος του Αγίου Όρους στην Κωνσταντινούπολη έως το 1914. Τη μονή του αγάπησε θερμά και προσέφερε σε αυτή πολύτιμα δώρα και περίπου 600 βιβλία. Έγραψε βιβλία και άρθρα ιστορικά και πνευματικά. Λίγο πριν από την εκδημία του εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός με τ’ όνομα Κάνδιδος, εις τιμή του ομωνύμου μάρτυρος, ενός από τους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, στη μνήμη των οποίων τιμάται το Καθολικό της μονής.

Ανεπαύθη εν Κυρίω σε ηλικία 60 ετών στις 15.5.1916 από καρκίνο, που είχε στο αυτί του. Κατά τους συγχρόνους του άφησε μνήμη αγαθού και ενάρετου μοναχού παντού όπου πήγε κι έζησε. Διακόνησε με ζήλο και αφοσίωση οποίο καθήκον του ανατέθηκε. Τις θυσίες, τις προσφορές, τους κόπους και τους μόχθους του ασφαλώς τους μέτρησε ο Πανάγαθος Θεός και τους αντάμειψε στα αιώνια ουράνια σκηνώματα.

Πήγες – Βιβλιογραφία

Χριστοφόρου Κτένα αρχιμ., Η σύγχρονος Αθωνιάς Σχολή και οι εν αύτη διδάξαντες από του 1845-1916, Αθήναι. 1930, σσ. 106-110. Ευδοκίμου Ξηροποταμηνού Προηγουμένου, Η εν Άγίω Όρει Άθω Ιερά, Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Σεβασμία Μονή του Ξηροποτάμου, Θεσσαλονίκη 1971, σ. 161.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 127-128

Ιερομόναχος Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης (1913 – 17 Μαΐου 1998)

$
0
0
[caption id="attachment_126682" align="aligncenter" width="640"]Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου) Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Γαβριήλ Φιλοθεΐτου)[/caption]  

Τά προσυπέγραφα άνετα τα παρακάτω λόγια του αγαπητού ιερομονάχου Ιωαννικίου Κοτσώνη για τον αείμνηστο παπα-Νικάνορα, τον οποίο γνωρίσαμε από κοντά, όπως ακριβώς τον περιγράφει: «Ο παπα-Νικάνωρ υπήρξε η δεσπόζουσα των τελευταίων ετών μορφή στα Καυσοκαλύβια. Τον ενθυμούμαι με ευγνωμοσύνη για την αγάπη και τη φιλοξενία του. Ήταν χαρακτηριστικός τύπος και εικών Αγιορείτου ασκητού. Μακρυγένης, υψηλός, άδολος στην ομιλία, στη συμπεριφορά, παιδική καρδιά, εργατικός (ησχολείτο με την κατασκευή μάλλινων φανελλών). Πρόσχαρος, προσηνής κι ομιλητικός, σαν Μωραΐτης που ήταν στην καταγωγή. Προπάντων όμως διεκρίνετο για την αγάπη του προς τη θεία Λατρεία. Υπήρξε φιλακόλουθος και ευλαβής λειτουργός του Κυρίου. Έτρεχε σε όλα τα Καλύβια να λειτουργήσει, να εξυπηρετήσει τους Πατέρες και, στο τέλος, άφησε την τελευταία του πνοή, κατά την ώρα της θείας Λειτουργίας».

[caption id="attachment_126683" align="aligncenter" width="640"]Ο Γέροντας Νικάνωρ ο Καυσοκαλυβίτης Ο Γέροντας Νικάνωρ ο Καυσοκαλυβίτης[/caption]

Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Νικόλαος Μανέτας, στο χωριό Λεόντιο Πατρών το 1913. Το 1929 ήλθε στην Καλύβη της Αγίας Άννης στη σκήτη των Καυσοκαλυβίων. Το 1930 εκάρη μοναχός. Το 1937 χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς από τον μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Ιερόθεο († 1956). Ο υποτακτικός του και διάδοχός του Παύλος λέγει πως είχε αγαθότητα, φιλοξενία, πραότητα, ευγένεια, ελεημοσύνη. «Βοηθούσε με ό,τι υλική βοήθεια μπορούσε, αλλά και πνευματικά με λειτουργίες, με τα κομποσχοίνια τους μνημόνευε, χωρίς να κουράζεται καθόλου, προσφέροντας στους πονεμένους συνανθρώπους του ψυχική γαλήνη και ανακούφιση. Ουδέποτε είπε ότι “κάτι είμαι”. Έλεγε: “ένα τίποτα είμαι. Ο χειρότερος άνθρωπος του κόσμου είμαι”. Καμιά φορά δεν είπε ότι “έχω αρετή εγώ. Τίποτα μή με ρωτάτε εμένα, εγώ δεν ξέρω τίποτα, είμαι αγράμματος”. Πάντοτε αυτά μας έλεγε. Και στους λαϊκούς, πάντοτε, τα ίδια έλεγε, αν και αυτοί τον θαυμάζανε για όλες του τις αρετές, που αυτός προσπαθούσε να τις κρύψει, χωρίς όμως να το καταφέρνει...».

[caption id="attachment_126684" align="aligncenter" width="640"]Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Χαρίτωνος Καρουλιώτου) Γέροντας Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης, πάντοτε ευγενής, καταδεκτικός και φιλόξενος (φωτ. μοναχού Χαρίτωνος Καρουλιώτου)[/caption]

Συνήθιζε να ταπεινώνεται, να βάζει πρώτος μετάνοια, ακόμη και στους μικρότερους και στους υποτακτικούς του. Συχνά έλεγε το «μετανοείτε». Τη μετάνοια κήρυττε συνέχεια, με λίγα και απλά λόγια. Δεν έλεγε γενικά πολλά λόγια. Απέφευγε συστηματικά τα παραπανίσια. Λειτουργούσε σχεδόν κάθε μέρα, όσο ήταν καλά. Η καθημερινή ακολουθία στην Καλύβη ήταν όπως στα μοναστήρια, 5-6 ώρες. Έκανε και πολλά σαρανταλείτουργα. Αν δεν λειτουργούσε στην Καλύβη τους, πήγαινε πρόσχαρα όπου τον καλούσαν. Κάνοντας σαρανταλείτουργο για ένα παιδί κωφάλαλο βρήκε θαυματουργικά τη φωνή του.

Geron Nikanor_04

Στις ασθένειες ήταν πολύ υπομονετικός. Οι ασθένειες δεν τον λύγιζαν. Ανεπαύθη στις 17.5.1998. Την παραμονή πήγε ο παπάς και τον μετέλαβε. Του είπε τρεις φορές «ευχαριστώ». Αυτές ήταν οι τελευταίες του λέξεις. Μετά έπεσε σε κώμα και την άλλη ημέρα εκοιμήθη «τον ύπνο του δικαίου» ο Καυσοκαλυβίτης γεροπλάτανος. Στην εξόδιο ακολουθία του προέστη ο επίσκοπος Ροδοστόλου Χρυσόστομος, που πολύ αλληλοεκτιμούνταν, γνωρίζονταν πενήντα χρόνια, καθώς και στο τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό του.

Έγραφε περί αυτού ο Αγιορείτης ωραιογράφος επίσκοπος: «Οσιακή μορφή· μέχρι τη ζώνη του η γενειάδα, εκφραστικά και βαθυστόχαστα τα μάτια του, βαρειά και ανδροπρεπής η άρθρωσις των λέξεων, απλοϊκή η διατύπωσις των σκέψεών του, μόνιμη η έκφρασις της χαράς στο πρόσωπό του. Ευγενής, καταδεκτικός, φιλόξενος. Θα λείψει λοιπόν απ’ τη Σκήτη και απ’ ανάμεσά μας η κυπαρισσένια του κορμοστασιά και η βιβλική του φυσιογνωμία, που κάλλιστα θα μπορούσε να παραβληθεί με τις πρωτατινές τοιχογραφίες των πινελιών του Πανσελήνου»...

Πηγές -  Βιβλιογραφία

Κωνσταντίνου Ρώϊμπα, Ο παπα-Νικάνορας ο Καυσοκαλυβίτης (1929-1998), Άγιον Όρος 2002. Χρυσοστόμου Ροδοστόλου επισκόπου, Θεομητορικά και εξόδια στον ΆΘωνα, Άγιον Όρος 2005, σσ. 395-398.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ.1445-14


Αναμνήσεις απο τον Γέροντα Σπυρίδωνα Μικραγιαννανίτη

$
0
0

Τον μακαριστό πλέον Γέροντα Σπυρίδωνα Μικραγιαννανίτη γνώρισα όταν ακόμα ήταν Δόκιμος Μοναχός κοντά στους αείμνηστους Πατέρες Γεράσιμο Υμνογράφο, Διονύσιο τον Πνευματικό και τον Ιερομόναχο Μητροφάνη που ήταν τότε νέος Μοναχός. Ο κατά κόσμος Γεώργιος και μετά Μοναχός Σπυρίδων είχε τελειώσει τις σπουδές του στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Ακαδημία και είχε επιλέξει να υποταχθεί στην ευλογημένη αυτή Συνοδεία που ζούσε ασκητικά στον άνυδρο και σκληροτράχηλο αλλά αγιασμένο τόπο της Μικραγιάννας .

Τα βήματα μου έφθασαν ως εκεί όταν νέο παιδί κι εγώ πήγα για πρώτη φορά στο Άγιο Όρος, μια επίσκεψη που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην ζωή μου , όπως και η γνωριμία μου με την Αδελφότητα του Υμνογράφου. Θυμάμαι σαν τώρα την πρώτη μας συνάντηση στο Κυριακό της Αγίας Άννας την ημέρα της πανηγύρεως. Είχαμε πάει εκεί ύστερα από προτροπή του αγίου Γέροντα Παϊσίου που τον είχαμε συναντήσει στο κελλάκι του Τιμίου Σταυρού κοντά στην Μονή Σταυρονικήτα που ζούσε τότε, «να πάτε στην Αγία Άννα που πανηγυρίζει » μας είχε πει, «και να δώστε τα σέβη μου στον πατέρα Γεράσιμο τον Υμνογράφο». Ούτε που ήταν η αγία Άννα ήξερα ούτε βέβαια ποιος ο Γεράσιμος ο Υμνογράφος. Μπροστά στα παιδικά μου μάτια ξανοιγόταν ένας καινούργιος άγνωστος σε μένα κόσμος που ήθελα να τον εξερευνήσω να τον μάθω να τον ζήσω. Η απλότητα της ζωής των αγιορειτών Πατέρων σε συνδυασμό με την απερίγραπτη ομορφιά του τοπίου αλλά και η αυστηρή τήρηση των Μοναχικών Κανόνων με είχαν συναρπάσει. Ήθελα με κάποιον να μιλήσω να ρωτήσω να μάθω , όμως ήμουν παιδί και αυτό ήταν τότε ιδιαίτερα δύσκολο μέχρι αδύνατο .Η ευκαιρία μου δόθηκε όταν συνάντησα τον Δόκιμο τότε Γεώργιο που είχε έρθει μαζί με τους Πατέρες της Συνοδείας από την Μικρά Αγία ΄Αννα στο Κυριακό για την πανήγυρη.
Όπως είπα και πριν είχαμε πάρει εντολή από τον Γέροντα Άγιο Παϊσιο να μεταφέρουμε τα σέβη του στον πατέρα Γεράσιμο κάτι που έκαναν οι μεγαλύτεροι της παρέας.
Ο Γέροντας Γεράσιμος, η υπέροχη αυτή αγιορείτικη μορφή , δέχθηκε με πολύ χαρά τα χαιρετίσματα του πατρός Παϊσίου
λέγοντας χαρακτηριστικά, «αφού είδατε τον Παϊσιο είδατε όλο το άγιο Όρος».
Εκεί πρόσεξα για πρώτη φορά τον νεαρό δόκιμο Μοναχό Γεώργιο.
Ασκητικός ,ψηλός,αδύνατος με ένα βλέμμα που έδειχνε άνθρωπο δυναμικό,έξυπνο και παράλληλα σεμνό και ταπεινό.
Στεκόταν αμίλητος δίπλα στον Γέροντα Γεράσιμο.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το νεαρό της ηλικίας του,πρέπει να ήταν περίπου 19 ετών,και ήθελα να μάθω πως αποφάσισε να γίνει Μοναχός. Τον παρατηρούσα συνέχεια και η εντύπωση μου για αυτόν γινόταν κάθε στιγμή μεγαλύτερη . Δεν ξέρω γιατί αλλά μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να του μοιάσω να μείνω κι εγώ εκεί στο άγιο Όρος να φορέσω κι εγώ το ράσο του Μοναχού. Στην μικρή διακοπή της πολύωρης αγρυπνίας τον πλησίασα και βρήκα το θάρρος να τον ρωτήσω πως μπορεί κάποιος τόσο νέος όσο εκείνος να γίνει Μοναχός. Χαμογέλασε με ρώτησε πως είναι το όνομά μου και μου είπε ότι στο Άγιο Όρος οι Δόκιμοι δεν ομιλούν με κοσμικούς όμως, συμπλήρωσε, αν έρθετε με την παρέα σου στο κελί μας στη Μικραγιάννα θα έχεις την ευκαιρία αυτά όλα που σε απασχολούν να τα συζητήσεις με τους Γεροντάδες. Στη Μικρά Αγία Άννα πήγαμε την επομένη ο τόπος εκεί τότε ήταν άνυδρος άβατος και σκληρός.Δεν υπήρχε νερό και το διακόνημα της μεταφοράς του το είχαν αναλάβει ο Μοναχός τότε και μακαριστός πλέον ιερομόναχος Μητροφάνης και ο Δόκιμος Γεώργιος που παράλληλα δούλευαν σκληρά για να τοποθετήσουν σωλήνες και να υδρεύσουν τον άνυδρο τόπο. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν σκληρές και ιδιαίτερα δύσκολες, τα κελιά δεν είχαν ανακαινιστεί όμως μοσχοβολούσαν από καθαριότητα και θυμίαμα εύοσμο.

Οι Πατέρες ήταν μια μεγάλη ανοιχτή για όλους αγκαλιά, ένα χαμόγελο και μια χρυσή καρδιά. Θυμάμαι σαν τώρα την πρώτη επίσκεψη στο σπήλαιο των αγίων Πατέρων Διονυσίου και Μητροφάνους που η ευλάβεια των Μοναχών το έχει μετατρέψει σε ένα πανέμορφο και κατανυκτικό εκκλησάκι, εκεί μέσα στην απέραντη γαλήνη και την έντονη παρουσία των αγίων άκουσα για πρώτη φορά τον Σπυρίδωνα να ψέλνει και αυτήν την ψαλμωδία δεν την ξέχασα ποτέ, δίκαια τον ονόμασαν το «αηδόνι» του αγίου Όρους, όταν χρόνια αργότερα, καταξιώθηκε σαν ένας από τους καλύτερους ψαλτάδες του αγίου Όρους.

Εδώ θα κάνω αναφορά σε ένα περιστατικό που έγινε μερικά χρόνια αργότερα σε μια πανηγυρική αγρυπνία όπου ο Μοναχός πλέον Σπυρίδων είχε την ευλογία από τον Γέροντα Γεράσιμο να ψάλει δίπλα από τους φημισμένους ψάλτες του αγίου Όρους που κοσμούσαν τα ψαλτήρια των πανηγύρεων, αφού σαν Δόκιμος αυτό δεν ήταν δυνατόν να γίνει σύμφωνα με το αυστηρό αγιορείτικο τυπικό. Ψέλνοντας λοιπόν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό δίπλα από τον περίφημο Ιερομόναχο Παντελεήμονα της συνοδείας των Καρτσωναίων ανέβασε λίγο τον τόνο και άθελα του «κάλυψε» ελάχιστα τον Πρωτοψάλτη κάτι που διόρθωσε αμέσως αφού δεν το έκανε εσκεμμένα. Άμεση ήταν η αντίδραση του Γέροντα Γεράσιμου που όχι μόνο του έδωσε εντολή να αποχωρήσει αμέσως από τον χορό των ιεροψαλτών αλλά και του έβαλε κανόνα να απέχει από ανάλογες εκδηλώσεις για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα! Αυτός είναι ο γνήσιος Αγιορείτικος Μοναχισμός.Ταπείνωση, υπομονή και άκρα υπακοή στον Γέροντα.
Θα μεταφερθούμε τώρα νοερά στις αρχές της δεκαετίας του ’80 τότε που έκανε την εμφάνισή της η «μάστιγα του αιώνα»,η φοβερή ασθένεια του AIDS,που προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί χιλιάδες θανάτους, τρόμο και πανικό.
Την εποχή εκείνη στο άκουσμα και μόνο της ασθένειας οι περισσότεροι έτρεχαν να κρυφτούν .
Οι φορείς του θανατηφόρου,τότε,ιού μπήκαν αμέσως στο περιθώριο.Ακόμα και οι στενοί τους συγγενείς απέφευγαν να τους πλησιάσουν με την αγάπη και στοργή που χρειάζεται ένας άνθρωπος που βρέθηκε αγκαλιασμένος με μια δύσκολη ασθένεια.
Η έλλειψη ενημέρωσης προκάλεσε πολλές αντιδράσεις και κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Ένα νέο παιδί από την Θεσσαλονίκη είχε την ατυχία να προσβληθεί από την ασθένεια αυτή και να ζήσει όχι μόνο το δράμα της αβεβαιότητας του αύριο αλλά και το δράμα του αποκλεισμού από την ίδια την οικογένειά του . Μόνο του και απελπισμένο χωρίς καμία στήριξη από τους δικούς του ανθρώπους ξεκίνησε για το Άγιο Όρος. Ήθελε να πάει να συναντήσει την Μεγάλη Μάνα την Παναγία να Της μιλήσει, να κλάψει στην αγκαλιά Της , να πάρει από Εκείνη ότι οι άνθρωποι του στέρησαν, την αγάπη, την κατανόηση και την στοργή.
Στο δρόμο του συνάντησε τον π. Σπυρίδωνα.
Η μορφή του τον σαγήνεψε και αποφάσισε να του μιλήσει. Άνοιξε λοιπόν την καρδιά του και άφησε τους λογισμούς του να τρέξουν και να αγγίξουν την γεμάτη αγάπη καρδιά του Γέροντα. Εκείνος τον άκουσε έκλαψε μαζί του τον αγκάλιασε πατρικά και τον πήρε κοντά του.
Εκεί στη Μικραγιάννα το παιδί βρήκε ότι η κοινωνία του στέρησε. Εκεί πέρασε την υπόλοιπη ζωή του και εκεί άφησε την τελευταία του πνοή στα χέρια του Σπυρίδωνα που,με την αμέριστη συμπαράσταση και ευλογία του μακαριστού Γέροντα Γεράσιμου Υμνογράφου και ολόκληρης της Συνοδείας, τον κανάκεψε τον φρόντισε τον περιέθαλψε μέχρι την έσχατη ώρα.. Ξέρω πως ο Γέροντας δεν ήθελε ποτέ αυτό να γίνει γνωστό γι᾽αυτό και δεν αναφέρω πολλές λεπτομέρειες για τους κόπους τις αγωνίες και τα δάκρυα, τις προσευχές και τους στεναγμούς όλης της ευλογημένης Συνοδείας για το παιδί αυτό.
Αν έκανα αυτή την μικρή αναφορά το έκανα μόνο για να δώσω ακόμα μια εικόνα εκείνης της υπέροχης αγγελικής μορφής που άκουγε στο όνομα Σπυρίδων Μικραγιαννανίτης .
Μιας μορφής που ενέπνεε ειρήνη,γαλήνη αγάπη και στοργή. Μιας γνήσιας Αγιορείτικης μορφής που στο πέρασμά της σκορπούσε την ευωδία του Άθωνα ,την ομορφιά της αγάπης , τη γαλήνη της Ερήμου,τα «ακούσματα» των Αγγέλων.
Γέροντα εκεί στον Παράδεισο μη μας ξεχνάς.
π.Τιμόθεος Ηλιάκης

98

22295_1126874737328808_6421245007861015850_n

 

 

435474-04

 

 

10559829_1127338703949078_8325123478455390419_n

 

 

11051835_994724710539525_207756503866176004_n

 

 

11059290_648611121939874_7758020106186481579_n

 

 

11092120_1433070170344930_4101148250667960491_n

 

 

11124542_728615193915988_929106014_n

 

 

11223968_1127338730615742_8961094079223888041_n

11390332_391033777750025_353992389421198643_n

AGGRLIKI 002

MAA-Pateres_02 (2)

MAA-Spilaio_02

NEPEYXES 001 (1)

vatopedi 002 (3)

 

Πηγή:

Μοναχός Νικήτας Καρυώτης (1902 – 20 Μαΐου 1971)

$
0
0
[caption id="attachment_126905" align="aligncenter" width="495"]20160322151336311_0001 Μοναχός Νικήτας Καρυώτης, γνήσιος βιαστής της επουράνιας Βασιλείας.[/caption]

Ο κατά κόσμον Ευστράτιος Γεωργιάδης του Σταύρου και της Ελισάβετ γεννήθηκε στην Προύσα της Μ. Ασίας το 1902. Το 1923 ήλθε στο Διονυσιάτικο Κελλί του Αγίου Νικολάου των Καρύων. Εκάρη μοναχός το 1925. Έμαθε την τέχνη του οδοντοτεχνίτη κοντά στον οδοντίατρο Γέροντα Παΐσιο. Κατόπιν, κάνοντας υπακοή, πήγε στον κόσμο για να τελειοποιήσει τις γνώσεις του. Επί σαράντα περίπου χρόνια εξυπηρέτησε τους πατέρες του Άγιου Όρους, που τότε δεν έβγαιναν εύκολα έξω. Διακρινόταν για την ελεημοσύνη του. Μετά την κοίμησή του, πολλοί ελεημένοι από αυτόν, μοναχοί και λαϊκοί, μίλησαν με κατάνυξη για την κρυφή αυτή του τέχνη.

Κατά την εκταφή των λειψάνων του, όπως αναφέρει ο σημερινός Γέροντας του Κελλιού παπα-Αρτέμιος, η κάρα του ευωδίαζε. «Όλοι μας όσοι βρεθήκαμε τις στιγμές εκείνες εκεί, νιώσαμε μεγάλο δέος και μεγάλη συγκίνηση. Μάλιστα ο Γέροντας Αρτέμιος από τη Μεγίστη Λαύρα, ο οποίος είχε το διακόνημα αυτό στις ανακομιδές κι έβγαζε και φρόντιζε τα λείψανα των πατέρων, είπε: “Πατέρες εγώ πρώτη φορά έχω ξεθάψει τέτοιο λείψανο! Εξήντα χρόνια στο Άγιον Όρος... Δόξα τω Θεώ”. Πέρασαν, περνούν και θα περνούν πολλοί ευλογημένοι πατέρες από το Όρος. Γνήσιοι βιασταί της επουρανίου Βασιλείας...».

Εμείς γνωρίσαμε τον διάδοχο του Γέροντος Νικήτα, τον Γέροντα Αρσένιο. Μάλιστα δεχθήκαμε και την οδοντιατρική φροντίδα του, πριν τριάντα χρόνια, με τον ποδοκίνητο, σκουριασμένο τροχό του και το μπλέ οινόπνευμα για απολύμανση (γαργάρα). Πάντως το σφράγισμα μέχρι σήμερα είναι καλό. Όταν τον ρώτησα αν σπούδασε οδοντιατρική, μου απάντησε κοφτά: «Όχι. Έμαθα από τον Γέροντά μου». «Κι εκείνος;» ρώτησα. «Έμαθε από τον Γέροντά του»!

Ο Γέροντας Νικήτας είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στον άγιο Νικόλαο τον θαυματουργό, τον προστάτη του Κελλιού τους. Τον είχε παρακαλέσει να φύγει από την παρούσα ζωή σε μία από τις μνήμες του. Ο άγιος τον άκουσε. Τον πήρε στη μνήμη της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του, στις 20.5.1970.

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Διονυσίου.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 839-840

Μοναχός Ισαάκ Διονυσιάτης (1850 – 21 Μαΐου 1932)

$
0
0
[caption id="attachment_127015" align="aligncenter" width="640"]Μοναχός Ισαάκ Διονυσιάτης, ο υποδειγματικός κοινοβιάτης Μοναχός Ισαάκ Διονυσιάτης, ο υποδειγματικός κοινοβιάτης[/caption]

Ο λαμπρός ηγούμενος της ιεράς μονής Διονυσίου αρχιμανδρίτης Γαβριήλ γράφει περί του ενάρετου παραδελφού του: «Ήτο τύπος απλότητος, ακρίβειας και ευλαβείας, σιωπηλός και απερίσπαστος εν παντί, υπόδειγμα εις όλους τους πατέρας».

Γεννήθηκε στο Καβακλί Αδριανουπόλεως από ευσεβείς γονείς το 1850, ο κατά κόσμον Ιωάννης Γεωργίου. Από μικρός φύλαγε τα πρόβατα του πατέρα του και με τα λίγα γράμματα που έμαθε διάβαζε τους βίους των αγίων. Νέος ήλθε προσκυνητής στο Άγιον Όρος. Έμεινε για λίγο σ’ ένα Κελλί της Βίγλας. Τον σαγήνευσε η μονή Διονυσίου. Εκάρη σε αυτή μοναχός το 1872. Εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως το τέκνο της απερίεργης υπακοής και της πρόθυμης και πρόσχαρης διακονίας. Επί έξι δεκαετίες δεν αρνήθηκε καμιά διακονία στο αγιότεκνο κοινόβιό του, του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, που φυλάγεται η χαριτόβρυτη δεξιά του χείρα. Διετέλεσε ταχυδρόμος, κονακτσής, τσέλιγγας, παραγουμενιάρης, μυλωνάς, κελλάρης, μετοχιάρης, αμπελικός, προσφοράρης, φούρναρης και κηπουρός της μονής.

Η υπακοή του έδινε φτερά και ο κόπος καρπό ευλογίας. Αγάπησε την υπακοή ως το πιο ασφαλές μέσο σωτηρίας του. Συνοδός της ανέφελης υπακοής, η εγκράτεια, η ταπείνωση, η αγάπη και η απάθεια. Έχυνε πολλά δάκρυα κάθε νύχτα για όλο τον πάσχοντα κόσμο. Προσευχόταν ιδιαίτερα για τους εργάτες της μονής. Γλυκύτερη θεωρούσε την προσευχή από κάθε τι. Δεν κοιμόταν, λησμονούσε να φάει για να προσεύχεται. Κλεισμένος στα χιόνια κάποτε, βρέθηκε στην είσοδο της μονής του, δίχως να καταλάβει καλά καλά το πως... Τα γηρατειά δεν τον εμπόδιζαν να διακόπτει ή ν’ αμελεί τον κανόνα του, τη νηστεία, την εργασία, άκόμη κι αν βρισκόταν έξω από τη μονή.

[caption id="attachment_127016" align="aligncenter" width="950"]Ιερά μονή Διονυσίου (σχέδιο Ρ. Κοφίδη 1957) Ιερά μονή Διονυσίου (σχέδιο Ρ. Κοφίδη 1957)[/caption]

Το μοναχολόγιο της μονής του φειδωλά αλλά περιεκτικά αναφέρει: «1932 Μαΐου 21. Εξεδήμησεν προς Κύριον ο εκ Καββακλή Σαράντα Εκκλησιών καταγόμενος αδελφός ημών Γέρων Ισαάκ, ετών 82, διατελών εν τη μονή υπέρ εξηκονταετίαν, τύπος και υπογραμμός αρετής και κανών της μοναδικής ζωής αληθέστατος, πεπληρωμένος αγιότητι. Κύριος ο Θεός ημών αναπαύσαι μετά των αγίων των ενταύθα εκλαμψάντων θεοφόρων πατέρων ημών. Αμήν. Ετέθη εις το κάτω πεζούλιον. Ανεκομίσθη τη 25η.9.1937».

Ο παραδελφός του, Γέροντας Λάζαρος, γράφει περί αυτού στις ωραιότατες Διονυσιάτικες Διηγήσεις του: «Όταν ετελούσαμεν την ακολουθίαν του όρθρου οι δύο μας επί δυόμισυ ώρας με κομβοσχοίνι, μόλις ένα ή δύο κομβοσχοίνια έλεγε με σιγανήν φωνήν την ευχήν εις κάθε κόμπον: “Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς”, εις το τρίτον κομβοσχοίνιον εθερμαίνετο η καρδιά του από θείον έρωτα και ζήλον και δεν μπορούσε να κρατήση τον εαυτόν του για να ομιλή σιγά. Εφώναζε, λοιπόν, την κάθε λέξιν με διάπυρον ζήλον και αγάπην, ως να είχε ενώπιόν του τον Χριστόν και Τον παρακαλούσε, ως κυλιόμενος εις τους πόδας Τρυ, ερωτικώς καταφιλών μετά δακρύων αυτούς και ο γράφων τον ήκουε “Κύριε Ιησού Χριστέ...” να φωνάζη. Μετά δε το απόδειπνον δεν παρήρχετο μισή ώρα και εν τω πλησίον της εκκλησίας κελλίω καθήμενος μοναστικώς ήρχιζε τον κλαυθμόν... Δάκρυα από ψυχής και καρδίας κατωδύνου. Δάκρυα θρηνητικά, δάκρυα παρακλητικά, δάκρυα κατανυκτικά».

Άλλος αναφέρει περί αυτού: «Όσοι από τους συγχρόνους του Γέροντα ζούν δεν θα ξεχάσουν τον αχώριστο φίλο του π. Ισαάκ, ένα μεγάλο δηλητηριώδες φίδι ενάμισυ μέτρο. Είχε εξοικειωθεί τόσο μαζί του, ώστε ανέβαινε και κοιμόταν στο ξύλινο κρεβάτι του. Όσο καιρό έμενε στο αρτοποιείο, ήταν κοντά του. Μόλις έφυγε ο Γέροντας, εξαφανίστηκε κι εκείνο. Και όλα αυτά, για να διαπιστωθεί ότι πολλοί άγιοι του Θεού αξιώνονται να φτάσουν στην προπτωτική κατάσταση των πρωτοπλάστων και μπροστά τους ημερεύουν τα άγρια ζώα και τα δηλητηριώδη ερπετά. Με τις προσευχές του οι στείρες γεννούσαν, η ανομβρία σταματούσε και το αλεύρι του μοναστηριού δεν στέρευε από τις αποθήκες του».

Πήγες – Βιβλιογραφία

Χερουβείμ αρχιμ., Ισαάκ Διονυσιάτης, Ωρωπός Αττικής 1986. Ηλία, Ισαάκ ο Διονυσιάτης, Ορθόδοξη Μαρτυρία 17/1986, σσ. 50-51. Λαζάρου Διονυσιάτου μονάχου, Διονυσιάτικαι Διηγήσεις, Άγιον Όρος 1988, σσ. 102-111.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 255 - 257

Ιερομόναχος Ιωάσαφ Καυσοκαλυβίτης (1870 – 22 Μαΐου 1938) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Η αδελφότητα των Ιωασαφαίων, ο ιερομόναχος Ιωάσαφ είναι κάτω δεξιά

Η αδελφότητα των Ιωασαφαίων, ο ιερομόναχος Ιωάσαφ είναι κάτω δεξιά

Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Λάζαρος Παναρίνης του Σπυρίδωνος και της Αγγελίνας, το 1870 στην Κορυτσά της Β. Ηπείρου. Ήταν απόφοιτος του Σχολαρχείου. Μόλις το τελείωσε, ακολούθησε τον πατέρα του στο Άγιον Όρος, όπου εργαζόταν από ετών με άλλους συμπατριώτες του. Πήγανε στη μονή Γρηγορίου, όπου φόρεσε τα μοναχικά ενδύματα. Μουσικά έμαθε από ένα Γέροντα ιεροψάλτη της Νέας Σκήτης, τον Ιωάσαφ.

Το 1888 προσήλθε στην πολυμελή αγιογραφική αδελφότητα των Ιωσαφαίων, στην Καλύβη του Αγίου Γεωργίου της σκήτης των Καυσοκαλυβίων. Το 1889 εκάρη μοναχός κι έλαβε τ’ όνομα του ιδρυτού της συνοδείας εναρέτου Γέροντος Ιωάσαφ του Καππαδόκη († 1880), από τον Γέροντα ιεροδιάκονο Χρυσόστομο († 1897). Το 1891 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1893 πρεσβύτερος και κατεστάθη Πνευματικός από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ΄ († 1912). Το 1931 ανέλαβε καθήκοντα Γέροντος στην Καλύβη τους έως του θανάτου του.

Ο Γέροντας Ιωάσαφ κατά τον επίσκοπο Κορυτσάς Ευλόγιο Κουρίλα τον Λαυριώτη († 1961) υπήρξε φιλόκαλος, βιβλιόφιλος, ασυναγώνιστος, ακάματος, εξωραϊστής, «εύρημα διά το Καυσοκαλύβιον», ταξινομητής βιβλίων, καλλιτέχνης αγιογράφος αξιόλογος. Άφησε φήμη διακριτικού πνευματικού πατρός, εξαιρετικού και κατανυκτικού ιεροψάλτη, εναρέτου Γέροντος, με πραότητα, μειλιχιότητα, ταπεινότητα, φιλοτιμία και ελεημοσύνη. Ο φίλος του Γέροντας Ισίδωρος († 1968) τον χαρακτηρίζει ότι είναι «ως άλλη φιλόπονος μέλισσα όπου εργάζεται το μέλι της αρετής σεμνοπρεπέστατα». Ο ίδιος ο μακάριος Γέροντας έγραφε περί της συνοδείας τους ότι οι αδελφοί «λίαν προφρόνως και προθύμως ιχνηλατούσι τα ίχνη των Πατέρων αυτών, οίτινες όταν μετ’ αυταπαρνήσεως και της προσηκούσης ευπειθείας και υπακοής εξακολουθώσι την μοναχικήν αυτών αποστολήν, θα ευδοκιμήσωσι ηθικώς τε και πνευματικώς και θα σεμνύνεται η καθ’ ημάς επωνυμία διαιωνίζουσα, κατά το προηγούμενον θέλημα του Παναγάθου Θεού…».

Ιερομόναχος Ιωάσαφ Καυσοκαλυβίτης, ο πράος και καλοκάγαθος.

Ιερομόναχος Ιωάσαφ Καυσοκαλυβίτης, ο πράος και καλοκάγαθος.

Ανεπαύθη εν Κυρίω την 22.5.1938. Στη νεκρολογία του ο Παναγιώτης Βαγιακάκος, μεταξύ άλλων αναφέρει: «Ήσυχα ήσυχα με την μιλιά στο στόμα έκλινε την αγίαν του κεφαλήν ψιθυρίζων το “Κύριε, εις χείράς σου παραδίδω το πνεύμά μου”!… Ως μου εδιηγήθησαν διάφοροι Γέροντες σύγχρονοί του, μετέβαινε εις τα πλέον απομεμακρυσμένα και ερημικά μέρη και κατεσκεύαζε προχείρους καλύβας χρησιμοποιών αυτάς ως προσευχητάρια. Τούτο βεβαίως είναι αρκετόν να μας παρουσιάση την θείαν και ιεράν ψυχήν του παιδός αυτού και να μας καταδείξη πλέον ότι εκ κοιλίας μητρός προωρίζετο διά τον ασκητισμόν… Μανθάνει την θείαν και ιεράν τέχνην της αγιογραφίας… μετά τοσούτου ζήλου και έδειξε τοσαύτην ανάπτυξιν, ώστε δεν άργησε να γνωσθή όχι μόνον καθ’ άπαν το Άγιον ’Όρος αλλά και καθ’ άπασαν την Ελλάδα και Ευρώπην, βραβευθείς παρά πολλών καλλιτεχνών εις διαφόρους εκθέσεις διά διαφόρων μεταλλίων… Ο θάνατος αυτού θλίψιν και καίριον πλήγμα προξενήσας τη ιερά μετανοία του απεστέρησεν αυτήν ανδρός εύφρονος, πνευματικού αρίστου και διακεκριμένου, Γέροντος ευσεβούς και υπό πολλών χριστιανικών αρετών κοσμουμένου: πραότητος, μειλιχιότητος, υπομονής, καλοκαγαθίας, ταπεινότητος και φιλοτιμίας εις τα πνευματικά του καθήκοντα…».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Παύλου Λαυριώτου μοναχού, Ιστορία της Αδελφότητος Ιωσαφαίων του Αγίου Όρους, Αθήνα 1996, σσ. 38-40. Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Ηπειρώτες Λαυριώτες, Ηπειρωτικό Ημερολόγιο, Ιωάννινα 1996-1997, σσ. 124-125. Μαξίμου Καυσοκαλυβίτου ιερομ., Ασκητικές μορφές και διηγήσεις από τον Άθω, Άγιον Όρος 2003, σσ. 146-161 (απ’ όπου οι φωτογραφίες).

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 319-321

Ιερομόναχος Χρύσανθος Αγιαννανίτης (1894 – 29 Μαΐου 1981)

$
0
0
Γέροντας Χρύσανθος Αγιαννανίτης.

Γέροντας Χρύσανθος Αγιαννανίτης.

Γεννήθηκε ο κατά κόσμον Χρηστός Βρέτταρος, στον Πειραιά από ευσεβείς γονείς το 1894. Η μητέρα του τελείωσε τον βίο της ως Μελάνη μοναχή. Βαπτίσθηκε από τον άγιο Νικόλαο τον Πλανά. Στην αγία κολυμβήθρα, κατά την ώρα της βαπτίσεώς του, σχηματίσθηκε σταυρός και ο άγιος εκείνος ιερεύς είπε πως ο βαπτιζόμενος θα ιερωθεί και θα ευαρεστήσει τον Θεό. Μεγάλωσε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Η ασκήτρια, κανδηλανάφτισσα προγιαγιά του συχνά τον πήγαινε στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου στο Μοναστηράκι Αθηνών, για ν’ αγρυπνήσουν με το ευλαβές και αλησμόνητο εκείνο εκκλησίασμα. Επίσης συνδέθηκε με το μετόχι της Αναλήψεως του Βύρωνος των Αθηνών και κυρίως με τον λίαν ενάρετο Γέροντα Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη († 1957), τον οποίο υπεραγαπούσε.

Το 1911 αναχωρεί σαν διψασμένο ελάφι για το Άγιον Όρος και εισέρχεται ως δόκιμος μοναχός στη Σιμωνόπετρα, όπου παραμένει και αγωνίζεται με γεροντικό φρόνημα. Επιθυμώντας μεγαλύτερους ασκητικούς αγώνες μεταβαίνει στη σκήτη της Αγίας Άννης και κείρεται μοναχός από τον Γέροντα Αζαρία († 1947) στην Καλύβη της Αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου. Με την υπόδειξη του Γέροντός του κατόπιν κατοίκησε στην Καλύβη της Αγίας Τριάδος, όπου εκάρη μεγαλόσχημος. Ο Γέροντας Ονούφριος († 1935), μιας γειτονικής Καλύβης, θα τον συνδράμει πνευματικά, καθώς και ο θαυμάσιος πνευματικός Ιγνάτιος ο Κατουνακιώτης († 1927). Εθεωρείτο ένας παιδαριογέροντας με σοβαρότητα, σύνεση και συνεχή αυτομεμψία. Οι πατέρες της σκήτης του παρέδωσαν δύο νέους μοναχούς προς στηριγμό. Ασθένησαν όμως από φυματίωση και αναγκάσθηκε ο Γέροντας να τους συνοδεύσει προς θεραπεία στην Αθήνα.

Ο μακαριστός Γέροντας Χρύσανθος Αγιαννανίτης.

Ο μακαριστός Γέροντας Χρύσανθος Αγιαννανίτης.

Έτσι αναγκάσθηκε να μείνει μόνιμα στην Αθήνα. Η αλλαγή του ημερολογίου δημιούργησε φατρίες, διχασμούς, σχίσματα και ταραχές. Ο μακάριος Γέροντας έλεγε πως οι πολλές συζητήσεις για εκκλησιαστικά ζητήματα «ξηραίνουν την καρδίαν και κατόπιν χρειάζεται μεγάλος αγώνας και πολλά δάκρυα διά να επανέλθει κανείς εις την κατάστασιν της προσευχής και του θείου έρωτος… Έπαυσαν να συζητούν διά την προσευχήν, διά τους βίους των Αγίων και διά τας ευεργεσίας του Παναγάθου Θεού, που μαλακώνουν την ψυχήν και την αναβιβάζουν εις τον θείον έρωτα, και ασχολούνται με θέματα τα οποία πρέπει να εξετάζωνται από αυτούς που ευρίσκονται εις ανωτέραν πνευματικήν κατάστασιν».

Ως πνευματικός πατέρας ήταν πάντοτε πρόθυμος και διαθέσιμος, δίχως κανένα ωράριο, ημέρα και νύχτα. Το εξομολογητήριο-ιατρείο του ήταν πάντα ανοιχτό για όλους. Πολλούς συνέδραμε, βοήθησε, έσωσε, οδήγησε στον μοναχισμό και την ιεροσύνη. Εκεί στο ταπεινό του οίκημα τον συναντήσαμε κι εμείς, λίγα έτη προ της κοιμήσεώς του, και μας δέχθηκε με μεγάλη αγάπη και λόγους χάριτος και σοφίας. Ο κόσμος ουδόλως τον είχε αλλοιώσει. Παρέμενε πάντοτε ένας ακέραιος ασκητής Αγιαννανίτης. Έλεγε ο ίδιος: «Αν και είμαι, μακράν, ο ανασαμός μου και τα όνειρά μου εκεί περιφέρονται».

Το Κυριακό της σκήτης της Αγίας Άννης

Το Κυριακό της σκήτης της Αγίας Άννης

Γράφουν τ’ αγαπητά πνευματικά του τέκνα περί αυτού: «Πάντοτε σιωπηλός και σύννους, πενθήρης και ένδακρυς, απαρρησίαστος και αγέλαστος, αλλά και παρηγορητικός και ελπιδοφόρος, με αγάπη αληθινή, χωρίς ευγένειες και φιλοφρονήσεις κοσμικές, ευθύς, απλούς ως παιδί, ήρεμος, σοβαρός και στιβαρός ως πολύπειρος Γέρων. Μία ευλογία του Θεού και του Περιβολιού της Παναγίας μας, του Αγίου Όρους στον κόσμο. Ένας θαυμαστός και θεοδώρητος συνδυασμός σε μία Γεροντική μορφή, η οποία σε καθηλώνει και σου εμπνέει τον σεβασμό, την αγάπη και την υιική διάθεσιν διά τελείαν αφοσίωσιν στα έμπιστα, έμπειρα και στοργικά πατρικά χέρια». Προείδε και προείπε το τέλος του: «Της Αγίας Τριάδος θα είμαι επάνω».

Η επίγεια διάβασή του τερμάτισε στις 29.5.1981. Το σεπτό του λείψανο μεταφέρθηκε από την Αθήνα κι ενταφιάσθηκε στο κοιμητήρι της σκήτης της Αγίας Άννης, απ’ όπου νέος ξεκίνησε τους πνευματικούς του αγώνες. Κατά την ανακομιδή των λειψάνων του, το 1985, «είχον τα λείψανά του εμφανή τα σημεία του οσιακού αυτού βίου».

Πήγες – Βιβλιογραφία

Χρυσάνθου Αγιαννανίτου ιερομ., Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, τ. Α΄, Μώλος Λοκρίδος 2008.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ.1007 – 1010

Μοναχός Ιωσήφ Κουτλουμουσιανοσκητιώτης (1886 – 30 Μαΐου 1992)

$
0
0
Ο Γέροντας-Ιωσήφ με τον Δικαίο Άνθιμο στη φτωχική Καλύβη του.

Ο Γέροντας-Ιωσήφ με τον Δικαίο Άνθιμο στη φτωχική Καλύβη του.

Ο επί επταετία γείτονας μου Γερο-Ιωσήφ ο Κύπριος έχει μία ωραία ιστορία, γεμάτη περιπέτειες, απλότητα και ταπεινότητα. Κατά κόσμον ονομαζόταν Ιωάννης Χατζηπαναγιώτου. Τους ευλαβείς, καλοσυνάτους, απλούς και φτωχούς γονείς του τους έλεγαν Νικόλαο και Παναγιώτα. Γεννήθηκε στο χωριό Ριζοκάρπασο, της σήμερα κατεχόμενης από τους Τούρκους Καρπασίας, το 1886. Το 1902 ήλθε στο Άγιον Όρος. Στην Κύπρο δεν ξαναπήγε ποτέ. Την αγαπούσε όμως, προσευχόταν γι’ αυτή, και τη θυμόταν. Έλεγε: «Ποτέ δεν έχω βγάλει την Κύπρο από την καρδιά μου, γιατί γέννησε αγίους». Θυμόταν τις πολλές εκκλησιές του χωριού του με τα ωραία ήθη κι έθιμα.

Ο Γέροντας Ιωσήφ, ο λάτρης της Αθωνίτισσας Θεοτόκου.

Ο Γέροντας Ιωσήφ, ο λάτρης της Αθωνίτισσας Θεοτόκου.

Είχε μάθει λίγη ξυλουργική στο χωριό του. Είχε λογισμό να εργασθεί στην αρχή ως μαραγκός. Στα πρόσωπα των μοναχών όμως συνάντησε τον Θεό. «Να, εδώ είναι ο Θεός…» είπε, και αποφάσισε να καλογερέψει. Διήλθε διάφορα μέρη του Αγίου Όρους. Κατέληξε στην Καλύβη του Αγίου Ιωαννικίου του Μεγάλου στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, που ανήκει στη μονή Κουτλουμουσίου υπό τον ενάρετο Γέροντα Ιωαννίκιο († 1909), όπου έλαβε το μέγα σχήμα των μοναχών.

Σε μία αγρυπνία της μονής Καρακάλλου, στην πανήγυρη της μνήμης των αγίων Αποστόλων, καθώς προσευχόταν, είδε τον Απόστολο Παύλο να στέκεται στον δεσποτικό θρόνο: «Με τη φαλακρίτσα του, τα γενάκεια του, τον αναγνώρισα από την εικόνα του που ήξερα, να κηρύττει… Δεν καταλάβαινα αν είμαι ξύπνιος ή αν κοιμάμαι. Το μόνο που θυμάμαι από τα λόγια του είναι: “Και μία ημέρα να ζήσει ο άνθρωπος επάνω στη γη, αν δεν προσέξει, δύναται να κολασθεί…” Τούτος ο λόγος έμεινε μέχρι τώρα σαν κατακάθι μέσα στην καρδιά μου». Πράγματι, παρότι είχαν περάσει πάνω από εβδομήντα χρόνια το έλεγε σαν να ήταν χθεσινοβραδινό γεγονός.

Γέροντας Ιωσήφ ο Κύπριος, «το ψαλτήρι, το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος μου αρέσουν».

Γέροντας Ιωσήφ ο Κύπριος, «το ψαλτήρι, το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος μου αρέσουν».

Διήλθε πολλές δοκιμασίες. Εκούσια και ακούσια πείνα, φτώχεια, στέρηση, κακουχία και ταλαιπωρία. Πυκνές ασθένειες και πολλοί πειρασμοί τον κούρασαν αλλά δεν τον απογοήτευσαν. Τα δεχόταν όλα ως από Θεού.

Μερικές φορές ως άνθρωπος αντιδρούσε. Ήταν απλός και σύντομα μετανοούσε. Είχε κάποιες φυσικές θα λέγαμε παραξενιές, δεν μπορούσες όμως να τον παρεξηγήσεις, γιατί σεβόσουν την πολυχρόνια άσκησή του. Είχε εμπιστοσύνη στον Θεό και μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία, την «Καλλονή των ωραίων», όπως την έλεγε. Είχε δίπλα στην κλίνη του και μία μικρή εικόνα της Παναγίας της Οικονόμισσας. «Ό,τι της ζητώ με οικονομεί», έλεγε. Έπαιρνε τις αθωνίτισσες, θαυματουργές, θεομητορικές εικόνες με τη σειρά και τις επικαλούνταν: «Τραβάω κομποσχοίνι στη Γλυκοφιλούσα της Φιλοθέου, για να με φυλάει, στην Οικονόμισσα της Λαύρας, για να με συντηρεί, στην Παραμυθία της Βατοπεδίου, για να με παραμυθεί στις θλίψεις μου». Αν κάποιος τον αδικούσε, τον άφηνε στον Θεό. Παρότι επί εξήντα χρόνια ήταν με πατερίτσες, δεν έμενε αργός. Εκατόχρονος ανέβηκε στη σκεπή να φτιάξει τα κεραμίδια της σκεπής του. Τα τελευταία πενήντα χρόνια της ζωής του έζησε στη διπλανή μας Καλύβη του Αγίου Νικολάου. Είχε πάει στη μονή Ξενοφώντος να μαζέψει ελιές. Επιστρέφοντας βρήκε τη σκεπή της Καλύβης του Αγίου Ιωαννικίου, να έχει φύγει, ύστερα από ένα δυνατό νοτιά. Από τη στενοχώρια του σάλεψε ο νους του. Έμεινε τρεις ημέρες και τρεις νύχτες στο νάρθηκα του Κυριακού. Ο ιερεύς του διάβαζε Παρακλήσεις. Ο άγιος Παντελεήμων του παρουσιάσθηκε μέσα σε σύννεφο και τον έκανε καλά.

Ιερά Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος-Κουτλουμουσίου (φωτ. Π. Βοκοτόπουλου)

Ιερά Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος-Κουτλουμουσίου (φωτ. Π. Βοκοτόπουλου)

Συχνά έλεγε: «Ευχαριστώ τον άγιο Θεό, που μου έδωσε τούτο το καλό, την αρρώστια, κι έτσι κάθομαι και κάμω περισσότερα πνευματικά». Όποιος τον βοηθούσε του έκανε κομποσχοίνι. Τις ακολουθίες έκανε με κομποσχοίνι. Αγαπούσε πολύ το Ψαλτήρι. Μου έλεγε μια μέρα: «Δόξα τω Θεώ. Κάθομαι, τραβάω κομποσχοίνι. Διαβάζω το Ψαλτήρι. Είναι το πιο ωραίο βιβλίο του κόσμου. Τί λόγια ωραία λέει αυτού. Ο Θεός μιλάει. Βρήκε, λέει, άνδρα κατά την καρδία του. Τον Δαυίδ. Ακούς τι λέει του Θεού το στόμα; Σαν την καρδιά του Θεού ήταν ο Δαυίδ. Μεγάλος άνθρωπος. Τις Κυριακές διαβάζω Ψαλτήρι. Το Ψαλτήρι, το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος. Αυτά τα τρία μ’ αρέσουν. Αυτά κυριαρχούν στην Εκκλησία. Έχω κι άλλα βιβλία. Βίους αγίων. Τα έχω διαβάσει πολλές φορές. Αυτά τα νέα βιβλία που γράφουν οι παπάδες δεν μου αρέσουν».

Όταν πέρασε τα εκατό χρόνια, διερωτάτο γιατί δεν τον παίρνει από τη ζωή ο Θεός. Περίμενε τον θάνατο. Είπε να του ετοιμάσουν τον σταυρό του τάφου του, να τον βλέπει καθημερινά. Μου έδωσε λίγα χρήματα που είχε μαζέψει για τα μνημόσυνά του. Όταν του πήγα κάποιους φίλους να πάρουν την ευχή του, τους ζητούσε χρήματα, για να προσεύχεται, για να με ντροπιάσει, να χαλάσει την εικόνα του, και να μην του ξαναπάω κόσμο, να τον τιμούν… Την ελπίδα του είχε πάντοτε στο έλεος του Θεού. Οι Βατοπεδινοί πατέρες θέλησαν να τον γηροκομήσουν, μα εκείνος ζήτησε να γυρίσει ν’ αναπαυθεί στο καλύβι του. Ανεπαύθη εν Κυρίω το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, στις 30.5.1992, κι ετάφη στο κοιμητήρι της σκήτης μας την Κυριακή της Πεντηκοστής, κατά την οποία «Πνεύματος Αγίου επιδημία και ελπίδος συμπλήρωσις».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μωυσέως Αγιορείτου μοναχού, Συνομιλία μ’ έναν υπεραιωνόβιο Γέροντα, Πρωτάτον 21/1990, σσ. 7-9. Συνεσίου Αγιορείτου μονάχου, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Αγιορείτης (ο φίλος της Παρθένου), Ορθόδοξη Μαρτυρία 39/1993, σσ. 29-32.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1335 – 1341

Μοναχός Αθανάσιος Λαυριώτης (1867 – 1 Ιουνίου 1940)

$
0
0

Gerontas Athanasios Lavriotis

Γεννήθηκε, ο κατά κόσμον Σπυρίδων Καμπανάος, στο νησί της Αίγινας το 1867 από ευσεβείς γονείς. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Αθηνών ιατρική κι έλαβε το πτυχίο του ιατρού παθολόγου-χειρούργου. Μικρός βοηθούσε στο ψαλτήρι του ναΐσκου του Προφήτου Ελισσαίου. Επιθυμώντας τον βίο της ασκήσεως ήλθε στο Άγιον Όρος κι εγκατεστάθηκε στη μονή Ιβήρων. Κατά την κήρυξη του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 έσπευσε να υπηρετήσει την πατρίδα ως ανθυπίατρος.

Μετά την απόλυσή του διήλθε τις πύλες της Μεγίστης Λαύρας. Κατά τον υποτακτικό του μοναχό Κουκουζέλη Λαυριώτη: «Εχρημάτισεν ιατρός του κλεινού Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄ κατά την εν Αγίω Όρει υπερόριον διαμονήν του επί 12 έτη. Διετέλεσεν επί σειράν ετών Αρχιγραμματεύς της ιεράς του μετανοίας. Εις την Μονήν μας διηύθυνεν επί πολλά έτη το νοσοκομείον αυτής. Ακούραστος εις το φιλάνθρωπον έργον των μεγάλων εμπνεύσεων και των υψηλών και ευγενών ιδεών. Εκοσμείτο διά πολλών αρετών· υπομονής, πραότητος, ακακίας, εγκρατείας, σωφροσύνης κτλ., δι’ ών οι πατέρες δεν απέλιπον ζητούντες καθ’ έκάστην τας συμβουλάς του, και επιχέων βάλσαμον παρηγορίας εις τας καρδίας των θλιβομένων. Πτωχοί ασκηταί και κοσμικοί ήρχοντο καθ’ ημέραν και ελάμβανον ελεημοσύνην από το ασκητικόν του βαλάντιον».

Σε μία εποχή διαφορετική μετελάμβανε των αχράντων Μυστηρίων δύο φορές την εβδομάδα. Ζούσε στο ιδιόρρυθμο μοναστήρι ως ερημίτης. Ως ιατρός ήταν ένας άγιος ανάργυρος. Έτρεχε να βοηθήσει όπου τον καλούσαν και πολλές φορές μόνος πήγαινε να συνδράμει τους ασκητές. Στο ταπεινό και λιτό κελλί του έγραφε ώρες ατέλειωτες επιστολές, άρθρα, λόγους. Πρώτος στην καθημερινή ακολουθία. Στύλος ακοίμητος στις τακτικές αγρυπνίες. Δεν έβγαινε από το Καθολικό. Ειρήνευε λογιζόμενος: «Επί 6 ώρας ο Κύριός μου επί Σταυρού κρεμάμενος πόσους πόνους υπέφερε δι’ εμέ τον ανάξιον, και εγώ ο αμαρτωλός να μην υποφέρω δι’ αγάπην Του ολίγον;». Η ευλάβειά του, η ευγένειά του, η λογιότητά του τον έκαναν αγαπητό σε όλους. Μισό αιώνα στο Άγιον Όρος τα έβλεπε όλα καλά, γιατί ήταν καλός. Αγάπησε το Άγιον ’Όρος, τη μονή του, τον μοναχισμό, τους μοναχούς. Δεν τον έφθειρε, ως συνήθως, η διοίκηση.

Ζούσε μία αγία μοναξιά. Σ’ ένα μοναχό που ήλθε να τον παρηγορήσει για τον πόνο του σκανδαλισμού του, φεύγοντας του είπε: «Εσύ, αδελφέ μου, είπες τον πόνον σου και ειρήνευσες, εγώ τίνος να ειπώ τα δικά μου να παρηγορηθώ;». Η μελέτη ήταν μία μεγάλη παρηγοριά του. Καρπός των μελετών του η δημοσίευση βιβλίων και άρθρων πολλών. Ήταν ο ιδρυτής του αξιόλογου περιοδικού Αγιορειπκή Βιβλιοθήκη. Για το όλο έργο του βραβεύθηκε επίσημα.

Λίγες ημέρες πριν το τέλος του τον επισκέφθηκε ο ιερομόναχος Αντώνιος Οσιοπετρίτης και του είπε ότι ένας των ασκητών του Άθωνα τον επισκέφθηκε και του είπε να τον ενημερώσει για να ετοιμασθεί για τη μόνιμη αναχώρησή του.

Την ασθένεια δέχθηκε με εγκάρδια ευχαριστία στον Θεό. Ανεπαύθη την 1.6.1940, μετά το πέρας της θείας Λειτουργίας, όπου μετάλαβε των αχράντων Μυστηρίων, καθήμενος στην πολυθρόνα του. Η εξόδιος ακολουθία του ετελέσθη την επομένη στο Καθολικό της μονής χοροστατούντος του μητροπολίτου Μιλητουπόλεως Ιεροθέου († 1956).

Ο υποτακτικός του Κουκουζέλης έγραφε ότι ήτο «ο υποδειγματικός τύπος επιστήμονος και μοναχού, ανθρώπου αγνού και μεγάλου ανθρωπιστού, επί του νεοσκαφούς χώματος του οποίου θερμόν σπένδουν το δάκρυ πάντες όσοι τον εγνώρισαν». Έξω του κελλιού του έγραφε ο μακαριστός:

«Σταυρός προεστώς τη θύρα της κέλλης

φάλαγγας δεινών εκδιώκει δαιμόνων.

Ειπέ μοι, Σταυρέ, πόθεν το νίκος έχεις;

Και πως διώκεις δαιμόνων καταιγίδας;

Ο προσπαγείς μοι Χριστός εν τω Κρανίω

Αυτός δέδωκε κατ’ εχθρών μοι το νίκος,

όπως φυλάσσω τους ενθάδε οικούντας».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Παύλου Λαυριώτου μονάχου, Λόγος Επικήδειος, Αγιορειτική Βιβλιοθήκη 47-48/1939- 1940, σσ. 326-329. Ιεζεκιήλ Θεσσαλιώτιδος μητροπ., Αθανάσιος (Σπυρίδων) Λαυριώτης-ιατρός, Αγιορειτική Βιβλιοθήκη 47-48/1939-1940, σσ. 323-324. Σωτηρίου Σχοινά, Η Αγιορειτική Βιβλιοθήκη θρηνεί τον αποχωρισμό του ιδρυτού της, Αγιορειτική Βιβλιοθήκη 47-48/1939-1940, σσ. 324-325. Κουκουζέλη Λαυριώτου μοναχού, Από τον βίον του αειμνήστου και μακαρίου ιδρυτού μας Αθανασίου Λαυριώτου ιατρού, Αγιορειτικοί Φάροι, Αγιορειτική Βιβλιοθήκη 73-84/1946, σσ. 32-38. Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Αγιορείτικες διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 169-170.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 345-350


Μοναχός Φιλάρετος Σταυρονικητιανός (1892 – 1 Ιουνίου 1975)

$
0
0

Μοναχός Φιλάρετος Σταυρονικητιανός (1892 - 1 Ιουνίου 1975)Στον κόσμο ονομαζόταν Ιωάννης Ντούσα του Ιωάννου και της Μαρίας. Ο αληθινός αυτός φίλος της αρετής Φιλάρετος, γεννήθηκε στην Τρανσυλβανία της Ρουμανίας το 1892. Έκανε τον γεωργό και τον βοσκό στην πατρίδα του. Το 1912 ήλθε στο Άγιον Όρος και πήγε στη σκήτη Αγίου Δημητρίου – Λάκκου. Εκάρη μοναχός στο Βατοπεδινό Κελλί του Αγίου Υπατίου. Όταν κάποτε έπαθε ένα σοβαρό έκζεμα και τον ταλαιπωρούσε, του παρουσιάσθηκε ο άγιος Υπάτιος και τον έκανε τελείως καλά. Το 1943 ήλθε στο Σταυρονικητιανό Κελλί του Αγίου Ανδρέου στην Καψάλα, στην υπακοή του Γέροντος Μοδέστου, τον οποίο γηροκόμησε και πήρε την ευχή του.

Δεν άφηνε από το χέρι του το κομποσχοίνι. Υπόμενε ασθένεια, ευχαριστιακά και δοξολογικά. Αν κανείς επισκέπτης του άφηνε κάποια ευλογία, έπρεπε να υπολογίσει την αξία της και να κάνει τ’ ανάλογα κομποσχοίνια και μετάνοιες. Ο ευλογημένος συνήθως τα κοστολογούσε ακριβά... Παρακαλούσε να μη του πηγαίνουν πράγματα, γιατί δεν προλάβαινε να κάνει προσευχή. Είχε τον κανόνα του, έκανε και τον κανόνα του υποτακτικού του Βαρθολομαίου, που δεν μπορούσε, γιατί ήταν άρρωστος. Του ζητούσε να κάνει μόνο αγόγγυστη υπομονή στην αρρώστια του. Ο Γέροντας υπηρετούσε επί μία δεκαπενταετία τον αδύναμο υποτακτικό του με πολλή αγάπη και όση περιποίηση ήξερε και μπορούσε, μέχρι που αρρώστησε και ο ίδιος πολύ σοβαρά. Τους βοηθούσαν οι καλοί γείτονες, όσο μπορούσαν, αλλά μερικές φορές έμεναν και μόνοι. Τότε, γράφει ο Γέροντας Παΐσιος († 1994): «Ασφαλώς θα ένιωθαν και σε μεγαλύτερο βαθμό την θεϊκή παρηγοριά, επειδή είχαν και οι δύο την αρχοντική αγάπη, αφού ο ένας σκεφτόταν τον άλλο, και έτσι και τους δύο τους σκέφτονταν ο Χριστός και η Παναγία και τους παρηγορούσαν θεϊκά... Μια μέρα, λοιπόν, που τους είχα ξαναεπισκεφθή, προχωρώντας για το κελλί του Γερο-Φιλάρετου, αισθάνθηκα μια άρρητη ευωδία. Μόλις άνοιξα την πόρτα του κελλιού του, ένιωσα πιο δυνατή την ευωδία... Εκείνη όμως τη νύχτα τι μου συνέβη. Την ώρα που έκανα κομποσχοίνι για το Μεσονυκτικό, τι να δώ. Βλέπω τον Γερο-Φιλάρετο με ένα φωτεινό πρόσωπο, ηλικίας περίπου δώδεκα χρόνων, να φεύγει στον ουρανό μέσα σε ουράνιο φως. Κατάλαβα απ’ αυτό ότι ανεπαύθη εν Κυρίω η εξαγνισμένη του ψυχή. Ήταν 1.6.1975».

Στο Κελλί τους ζούσαν με ηθελημένη μεγάλη φτώχεια. Είχαν αυστηρή ασκητική ζωή, θαυμαστή απλότητα, γενναιότητα και άπειρη εμπιστοσύνη στον Θεό. Τρώγανε με σκουριασμένα κουταλοπήρουνα. Όταν τους τ’ άλλαξαν, δεν χάρηκαν. Τους χειμώνες περνούσαν δίχως σόμπα. Στα παράθυρα τα τζάμια ήταν σπασμένα. Οι ψύλλοι έτρεχαν παντού. Όλα ήταν βρόμικα, όμως δεν μύριζε καθόλου άσχημα. Ο Γέροντας Φιλάρετος στα τέλη του σχεδόν τυφλώθηκε. Εκοιμήθη κι ετάφη στο Κελλί του κι ευωδίασε ο τόπος.

Τον Γέροντα Βαρθολομαίο, που είχε πάρκινσον, τον πήραν για γηροκόμηση στη μονή Σταυρονικήτα κι εκεί ανεπαύθη σε μεγάλη ηλικία υμνώντας τον Θεό ακατάπαυστα, το 1983.

Πηγή - Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιο Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα. Παϊσίου Αγιορείτου μοναχού, Αγιορείται πατέρες και αγιορείτικα, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1994, σσ. 85-88.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 895

Μοναχός Αζαρίας Αγιαννανίτης (1867 – 1 Ιουνίου 1947)

$
0
0
[caption id="attachment_128402" align="aligncenter" width="640"]Ο Γέροντας Αζαρίας καθήμενος, με την ευλογημένη συνοδεία του. Ο Γέροντας Αζαρίας καθήμενος, με την ευλογημένη συνοδεία του.[/caption]

Η καταγωγή του ήταν από τα Βουρλά της Σμύρνης. Υπήρξε υποτακτικός και διάδοχος του ιερομονάχου Αβερκίου Αγιαννανίτου († 1915) της Καλύβης του Τιμίου Προδρόμου.

Ήταν πάντοτε συνετός, σιωπηλός και νηστευτής. Ποτέ δεν έκανε την παραμικρή κατάλυση στις καθιερωμένες νηστείες της Εκκλησίας. Ακόμη και όταν ήταν άρρωστος. Στις καθημερινές ιερές ακολουθίες πάντα πήγαινε πρώτος και έφευγε τελευταίος. Το ίδιο και στις συχνές ολονύκτιες αγρυπνίες του Κυριακού. Το εργόχειρό του ήταν να φτιάχνει καλογερικούς σκούφους. Είχε πάντοτε αδιάλειπτη προσευχή και τα μοναχικά του καθήκοντα τηρούσε απαράβατα. Πρόσεχε πολύ τα λόγια του. Κανένας δεν τον άκουσε να πει απρεπή κουβέντα. Ήταν προσηλωμένος στη θεωρία του κάλλους του Θεού.

Αγαπούσε να μελετά τη Νέα Κλίμακα του οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. Είχε μεγάλη ευλάβεια στον Τίμιο Πρόδρομο. Όταν έλεγε τους Χαιρετισμούς του, πετούσε από χαρά. Στις εορτές του Τιμίου Προδρόμου το πρόσωπό του γινόταν χαρωπό κι ευφρόσυνο. Είχε και μια μικρή βάρκα κι ένα μικρό δίχτυ κι όλοι θαύμαζαν για το πόσα πολλά ψάρια κάθε φορά έπιανε. Αν έβλεπε μοναχό ανυπάκουο και ανυπότακτο, δάκρυζε από λύπη κι έλεγε: «Τον υποτακτικό, έστω κι αν ο Γέροντάς του είναι μακράν, η ευχή του τον σκεπάζει και τον διαφυλάττει από πολλά κακά, διότι είναι υπό σκέπην πατρός. Όταν δε είναι ανυπότακτος, ομοιάζει με βάρκα, η οποία δεν έχει μέσα φορτίον, και μή έχουσα φορτίον το ένα κύμα την κτυπά, το άλλο την αφήνει, και το τέλος της είναι να την βουλιάζουν τα κύματα...».

[caption id="attachment_128403" align="aligncenter" width="980"]Geron Azarias _ Skiti Agias Annas Το Κυριακό της ιεράς σκήτης Αγίας Άννης (φωτ. 1928)[/caption]

Γράφει ο υποτακτικός του παπα-Χρύσανθος († 1981): «Ο μακάριος και ησύχιος Γερο-Αζαρίας, ο Γέροντάς μου, εκοιμήθη, αφού υπέμεινεν καρτερικώτατα επώδυνον ασθένειαν, την 1ην Ιουνίου του έτους 1947 και ημέραν Σάββατον, εις ηλικίαν ογδόντα ετών...

»Με εδίδασκε, μυστικώς από τους άλλους, την πρακτικήν Μοναχικήν Πολιτείαν, η οποία θέλει παραδείγματα ζωντανά, διά να στηρίζεται επ’ αυτών ο μυστικώς διωκόμενος και εμπαιζόμενος Μοναχός. Όταν λοιπόν τον εβοήθουν εις τους κήπους της καλύβης μας, έφερεν εις εμέ πολλούς Πατέρας ως παράδειγμα υψηλής αρετής και οσιότητος, διά να τους έχω εις την σκέψιν μου, όταν κουράζομαι εις τας διαφόρους υπηρεσίας... εις τους βράχους της Αγίας Άννης ν’ αγωνίζομαι περισσότερον».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Χρυσάνθου Αγιαννανίτου Ιερομ., Γεροντικαί ενθυμήσεις και διηγήσεις, τ. Α΄, Μώλος Λοκρίδος 2008, σσ. 143-146.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Α΄ 1901-1955, σελ. 423 - 424

Ιερομόναχος Ιωάννης Κολιτσιώτης (1912 – 4 Ιουνίου 1994) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0

 

Γεννήθηκε ο κατά κόσμον Δημήτριος Ψιλογιώργης στη Νικήτη Χαλκιδικής το 1912. Μόλις 16 ετών, το 1928, προσήλθε να μονάσει στο Βατοπεδινό Κελλί των Αγίων Αναργύρων-Κολιτσούς. Γέροντάς του ήταν ο ιερομόναχος Κοσμάς, άνδρας λίαν αυστηρός, κτήτορας, το 1904, του ωραίου, πετρόκτιστου ναού. Ο ίδιος Γέροντας είχε δεχθεί τον Παύλο Μελά με τα παλικάρια του, σε μία επίσκεψή τους στο Κελλί, τους οποίους μετάλαβε των αχράντων Μυστηρίων κατά την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα.

Ieromonahos Ioannis Kolitsiotis 01

Παπα-Γιάννης Κολιτσιώτης, ο καλοκάγαθος.

Στο Κελλί το 1941, σε ηλικία 14 ετών, ήλθε ο μετέπειτα ιερομόναχος Βασίλειος από την Ιερισσό. Η ζωή τους κύλησε ήρεμη, γαλήνια, με τις καθημερινές ιερές ακολουθίες, τις αγροτικές εργασίες και το ψάρεμα. Ο Βασίλειος είχε άπειρο σεβασμό στον Γέροντά του Ιωάννη και του έτρεφε μεγάλη αγάπη ως πραγματικό του πατέρα. Τον έμαθε να διαβάζει, να γράφει, να ψέλνει, να προσεύχεται, να υπακούει, να σέβεται, ν’ αγαπά τη φιλοξενία, όπως έκανε και ο ίδιος.

Ιερομόναχος Ιωάννης, Γέροντας ιερού Κελλίου Αγίων Αναργύρων Κολιτσούς.

Ιερομόναχος Ιωάννης, Γέροντας ιερού Κελλίου Αγίων Αναργύρων Κολιτσούς.

Ο Γέροντας υπόμενε καρτερικά πολλούς πειρασμούς και βαριές ασθένειες. Έπασχε από καρδιακή ανεπάρκεια και κατόπιν εγκεφαλικού επεισοδίου έπαθε ημιπληγία κι έμεινε κατάκοιτος επί ένα χρόνο. Στην κατάσταση αυτή μία ημέρα ζήτησε από τον υποτακτικό του να του αλλάξει ρούχα να πάει στην εκκλησία. Απόρησε, αλλά έκανε υπακοή. Έκανε τρεις φορές τον σταυρό του και άρχισε να βαδίζει σταθερά προς την εκκλησία. Προσκύνησε τις εικόνες, την αγία τράπεζα και το άγιο Ευαγγέλιο. Ο υποτακτικός με μεγάλη συγκίνηση τον ακολουθούσε με δάκρυα σταυροκοπούμενος για το θαύμα που έβλεπε. Μετά πήγε να δει τα ζώα τους, που τόσο τα αγαπούσε.

Ο παπα-Γιάννης, όπως τον έλεγαν, ήταν ένας ήσυχος και δοσμένος στον Θεό άνθρωπος. Πολλές φορές τον καλούσαν στα χωριά της Χαλκιδικής να πάει να εξομολογήσει τους πιστούς. Πολλές ψυχές καθαρίσθηκαν κι έλαβαν άφεση αμαρτιών από το άγιο πετραχήλι του. Όταν αισθάνθηκε το τέλος του, ζήτησε να κοινωνήσει του αχράντου σώματος και αίματος του Χριστού. Μόλις κοινώνησε, έκανε το σημείο του σταυρού, σταύρωσε μόνος του τα χέρια του, έκλεισε τα μάτια του και αναχώρησε η κατά χάρη αθάνατη ψυχή του από το σώμα του, για ν’ αναπαυθεί αιώνια μετά των δικαίων. Ο καλός υποτακτικός του, παπα-Βασίλης († 2002), έπραξε ακριβώς όλα τα δέοντα για την εξόδιο ακολουθία, την ταφή και τα μνημόσυνά του.

Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 4.6.1994.

 

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Βατοπεδίου. Γιάννη Μαρίνου, Κολιτσού, Κελλίον «Άγιοι Ανάργυροι» Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Αγίου Όρους, Ιερισσός 2005.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1361 – 1363

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης (1901 – 4 Ιουνίου 1987) (Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης)

$
0
0
Gerontas Theodosios Agiopavlitis 01

Ιερά μονή Αγίου Παύλου.

Γεννήθηκε στην Αταλάντη ο κατά κόσμον Θεόδωρος Αντωνάτος το 1901 από ευσεβείς γονείς. Η καταγωγή του ήταν από την Κεφαλλονιά. Ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος. Η μητέρα του, ως έλεγε ο ίδιος, είχε εξαιρετική πνευματική ζωή μέχρις αγιότητος. Σε μικρή ηλικία ασθένησε σοβαρά και πλησίασε τον θάνατο. Με τη βοήθεια της Παναγίας έγινε καλά. Μετά τον θάνατο της μητέρας του μετέβη στην Αθήνα. Υπηρέτησε επί τετραετία στη χωροφυλακή και γνώρισε όλο το άλγος της αμαρτίας, παρασυρμένος από το κακό. Έπεσε έως τα δίχτυα του δαιμονοφορούμενου πνευματισμού. Ήταν πτυχιούχος της Ανώτατης Εμπορικής Σχολής Αθηνών και είχε κερδοφόρα εμπορική επιχείρηση. Με τη βοήθεια της Παναγίας τ’ άφησε όλα και ήλθε στο Περιβόλι της. Στη Μοναχική Απολογία του γράφει σ’ ένα σημείο: «Υστάτην έκκλησιν κάμνει, αδελφέ αναγνώστα, εις την αγαθήν σου καρδίαν, ο χαράσσων τας γραμμάς αυτάς, όστις εν σημαντικόν μέρος της ζωής του έζησεν εντός του κύκλου της τραγικής αποστασίας. Πλησίασε, αγαπητέ, τον Χριστόν μας εν μετανοία και να είσαι απολύτως βέβαιος ότι θα σε πλημμυρίση με το πέλαγος της αγάπης του».

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, αν του το ζητούσαν γινόταν διδακτικός.

Προσήλθε στην ιερά μονή του Αγίου Παύλου το 1935 και εκάρη μοναχός το επόμενο έτος. Υπήρξε γραμματεύς, βιβλιοθηκάριος, αρχειοφύλακας, προϊστάμενος, επίτροπος και αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα. Ταξινόμησε το αρχείο της μονής και συνέταξε ένα πρώτο κατάλογο της βιβλιοθήκης. Συγκέντρωσε πλήθος εικόνων και χαλκογραφιών. Ήταν συντάκτης του αξιόλογου περιοδικού Άγιος Παύλος ο Ξηροποταμίτης επί δεκαετία. Δημοσίευσε διάφορα άρθρα και αξιόλογα βιβλία περί μοναχισμού και της συνεχούς θείας Μεταλήψεως. Εμείς τον γνωρίσαμε ανάμεσα στα βιβλία, τις γραφές του και τις συλλογές του να μιλά με δάκρυα για τη μετάνοια, τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους.

Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης.

Γέροντας Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης.

Όπως γράφαμε σε μία, τότε, νεκρολογία μας, υπήρξε υποδειγματικός τύπος κοινοβιάτη μοναχού κι ένας από τους τελευταίους παλαιούς λογίους πατέρες του Αγίου Όρους. Τη μονή της μετανοίας του αγάπησε υπέρμετρα και διακόνησε ολόθερμα. Εργάσθηκε για την άρση της λειψανδρίας του Αγίου Όρους και για την κατάργηση της ιδιορρυθμίας των μονών. Υπήρξε καλός κοινοβιάτης, φιλακόλουθος, ακτήμων, προσευχόμενος, νηστευτής, εγκρατής, υπάκουος, φιλάγιος και θεοφιλής. Αν του το ζητούσαν, γινόταν διδακτικός, καταθέτοντας γνήσιο λόγο Θεού.

Λίγες ημέρες πριν την προς Κύριον εκδημία του τον είχαμε επισκεφθεί και συνεχώς και ζωηρώς μας έλεγε για το ουράνιο ταξίδι του, για τη Βασιλεία του Ουρανών, για τον πόλεμο των δαιμόνων, που επί πολλά έτη είχε, γιατί τους είχε ξεγλυστρήσει, για τη βοήθεια της Παναγίας και για τη μεγάλη αγάπη του στο αυστηρό μοναστήρι του. Ανεπαύθη ησύχια στις 4.6.1987.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του.

Μοναχός Θεοδόσιος Αγιοπαυλίτης, στη βιβλιοθήκη με τις φίλες γραφές του.

Με περισσή αγάπη σημειώνει στην εισαγωγή του βιβλίου του Μοναχική Απολογία τι γράφουν για το πολυσέβαστο Άγιον Όρος: «Κατά τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Νικόλαον τον Γ΄ είναι: “Θεού εύρημα προς κατοικίαν αγίων ανδρών”. Κατά τον πάπαν Ιννοκέντιον τον Γ΄: “Το όρος αυτό αληθώς έστι τόπος άγιος, οίκος Κυρίου, Πύλη Ουράνιος”. Κατά τον Άγιον Σάββαν Αρχιεπίσκοπον Σερβίας: “ Όρος Άγιον κατοικούμενον από σεσαρκωμένους νόας”. Κατά τον Αλέξιον Α΄ τον Κομνηνόν “Βασιλικώτατον και Θειον Όρος εις τα της Οικουμένης όρη”. Κατά τον Ανδρόνικον Β΄ Παλαιολόγον “Αρετών πασών καταφύγιον”. Κατά τον Ιωάννην Καντακουζηνόν “Πόλις ουράνιος”».

Πηγές – Βιβλιογραφία

Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Θεοδοσίου Αγιοπαυλίτου μοναχού, Μοναχική Απολογία, Θεσσαλονίκη 1976. Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Εκοιμήθη ο Αγιορείτης μοναχός Θεοδόσιος, ’Ορθόδοξος Τύπος 750/3.7.1987, σ. 4. Του αυτού, Προσκυνητάριον της Ιεράς Μονής του Άγιου Παύλου, Άγιον Όρος 1997, σ. 117.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984-2000, σελ. 1197-1201

Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης (1920 – 4 Ιουνίου 1981)

$
0
0

Ο κατά κόσμον Χρηστός Κωνσταντίνου Σπάγγος γεννήθηκε στους Σπαθαραίους της Σάμου το έτος 1920. Είχε ένδεκα αδέλφια. Αποφοίτησε από την Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου. Όταν είπε ότι θα πάει να γίνει μοναχός, η μητέρα του του είπε ότι θα πάει ν’ αυτοκτονήσει. «Ο καθένας έχει την ψυχή του», είπε θαρραλέα, δίχως να καμφθεί. Φυσικά η μητέρα του δεν επαθε τίποτε. Παρότι από διάφορες περιστάσεις ο πατέρας του και τ αδέλφια του είχαν ξεκληριστεί, τα δάκρυα της μητέρας του δεν τον έκαναν να καθυστερήσει την αναχώρησή του.

[caption id="attachment_128967" align="aligncenter" width="348"]Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης, υπομονετικός και φιλόθεος. Μοναχός Ιωσήφ Δοχειαρίτης, υπομονετικός και φιλόθεος.[/caption]

Εκάρη μοναχός στην ιερά νήσο Πάτμο, στη μεγάλη μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου με το όνομα Άνθιμος το 1975. Εκάρη κατόπιν μεγαλόσχημος με το όνομα Ιωσήφ υπό του οσίου Γέροντος Αμφιλοχίου Μακρή († 1970). Επί σειράν ετών άσκησε τον ερημητικό βίο στο αναχωρητήριο του Κουβαριού της Πάτμου. Ακολούθησε τον Γέροντα Γρηγόριο Δοχειαρίτη στη μονή Μυρτιάς το 1972, στη μονή Προυσού το 1973 και στις 20.5.1980 στη μονή Δοχειαρίου. Κατά τον π. Θεόκτιστο Δοχειαρίτη, «υπήρξε εις το έ'πακρον έλεήμων. Ειχε μεγάλη ακρίβεια στην έπιτέλεση των μοναχικών του καθηκόντων και ήτο φιλακόλουθος ως ουδείς άλλος». Συνεχίζοντας τα του π. Θεοκτίστου, ο γείτονάς μας π. Παλλάδιος λέγει: «Ποτέ δεν άφησε τον κανόνα του, ακόμη και όταν ήταν ασθενής. Είχε πολύ πόθο να έρθει στο Άγιον Όρος. Διακονούσε τον π. Μιχαήλ († 1983) με περισσή αγάπη. Ήταν πολύ απλός. Άνθρωπος μεγάλης αγάπης, ιδιαίτερα προς τους νέους μοναχούς. Ειρήνευε τους λογισμούς μας».

Παρακαλούσε πάντοτε τον Θεό να μην προξενήσει βάρος στην αδελφότητα. Δεν ήθελε στα τέλη του να επιβαρύνει κανένα. Στην αγρυπνία της Πεντηκοστής του 1981, για πρώτη φορά καθόταν στο στασίδι του, γιατί δεν αισθανόταν καλά. Πάντα στις μακρές ακολουθίες στεκόταν όρθιος κι έψαλλε ωραία. Δεν ήθελε να πάει στους ιατρούς. Έκανε υπακοή στον ηγούμενο και πήγε στο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη. Δεν έμεινε όμως εκεί ούτε μία ημέρα. Ανεπαύθη ήσυχα στις 4.6.1981, Τετάρτη ημέρα μετά την Πεντηκοστή. Απήλθε προς Κύριον συναποκομίζων κόπους και ιδρώτες, που από χρόνια θησαύριζε για την ουράνια αποθήκη, χωρίς να ενοχλήσει κανένα, ο «ακριβής και ελεήμων». Τις πληροφορίες μας έδωσαν ο Γέροντας Θεόκτιστος Δοχειαρίτης, ο ιερομόναχος Αντίπας και ο μοναχός Παλλάδιος, που έζησαν επί έτη μαζί του.

Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ. 1011-1012

Viewing all 151 articles
Browse latest View live